Παρασκευή 17 Ιουλίου 2009

ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Ἡ ἡμιτελὴς μετάνοια


Ὑπὸ Ἠλία Β.Οἰκονόμου

Τὰς ἡμέρας μας λησμονεῖται ὅτι αἱ Ἐκκλησίαι Ρωμαιοκαθολικὴ καὶ Ὀρθόδοξος διέρχονται ταυτοχρόνως τὴν περίοδον τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ Σχίσματος καὶ τοῦ θεολογικοῦ διαλόγου. Ἡ πρὸ 44 ἐτῶν (1965) ἄρσις τῶν ἀναθεμάτων δὲν ἠκύρωσεν οὔτε ἐξηφάνισεν τὸ πρὸ ἐννεακοσίων πεντήκοντα πέντε ἐτῶν Σχίσμα (1054). Μείζονες καὶ στρατηγικῆς κλίμακος ἐνέργειαι τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας κατὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἐξαγγελθεῖσαι μετὰ τὴν ἄρσιν τῶν ἀναθεμάτων, ὅπως αὐτὴ τῆς σταυροφορίας πρὸς ἐπαναχριστιανισμὸν (!) τῆς Ρωσίας, ὑπογραμμίζουν τὴν ἔλλειψιν κεκαθαρμένου ὑποβάθρου.

Ὁ θεολογικὸς διάλογος μεταξὺ Ρωμαιοκαθολικῆς καὶ Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑποτίθεται ὅτι ἑδράζεται ἐπὶ τῆς μετανοίας διὰ τὰ πραχθέντα κατὰ τὴν δευτέραν χιλιετίαν ( μὲ πρωτοβουλίαν τῆς πρώτης κυρίως τῶν μετεχουσῶν τοῦ διαλόγου ἐκκλησιαστικῆς ὀντότητος). Καὶ αὐτὴ ὀφείλει νὰ ὑπαρχῃ, ἐπειδὴ ἄνευ πραγματικῆς μετανοίας δὲν εἶναι δυνατὴ ἡ «κάθαρση τῆς μνήμης τῆς Ἐκκλησίας», οὔτε ἡ ἀλλαγὴ τῆς παραγωγοῦ καὶ προαγωγοῦ τῶν σφαλμάτων νοοτροπίας.

Ὅπως εἶναι γνωστὸν ἡ ἀληθινή- καὶ ὄχι ἡ διπλωματική- μετάνοια περιλαμβάνει (α) τὴν ἐπίγνωσιν τῆς ἀσυνεπείας τῶν διανοηθέντων, γραπτῶς ἐκτεθέντων καὶ διὰ ψυχολογικῆς ἤ ἄλλης βίας ἐπιβληθέντων παντοειδῶν ἐκτροπῶν ἐκ τῶν ὀρθῶν καὶ ἀπὸ κοινοῦ ἐπισημώτατα συμφωνηθέντων, ἤτοι διὰ τῶν ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Ἡ ἀληθιμὴ ἐπίγνωσις ὁδηγεῖ εἰς τὴν κάθαρσιν τῆς διανοίας ἀπὸ τρόπους σκέψεως, οἱ ὁποῖοι ὡδήγησαν εἰς τὴν τραγικωτάτην συνέπειαν τοῦ Σχίσματος καὶ εἰς τὰ μετὰ ταῦτα πολλὰ καὶ πολλαπλᾶ δεινὰ τῆς ἑνιαίας Ἐκκλησίας.

Ἡ συντριβὴ τοῦ ἐγώ, ἡ ὁποία συνιστᾶται ἀπὸ τοὺς ἐξομολόγους εἰς τοὺς πιστοὺς ὀφείλει νὰ βιοῦται καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ἡγέτας. Ἐὰν τὸ ἁμαρτωλὸν ἤ πεπλανημένον παρελθὸν παραμένει ἀλώβητον ἤ διαφυλάσσεται ὡς ἡ κόρη τοῦ ὀφθαλμοῦ, ἡ μετάνοια δὲν ὑφίσταται, παρὰ ὡς φρεναπάτη.

Ἡ συντριβὴ αὐτὴ ὡς συνέπεια τῆς ἐπιγνώσεως τῶν ἀδιανοήτων διὰ μαθητὰς τοῦ Ἰησοῦ ἔργων γεννᾶ τὴν ἔντονον ἐπιθυμίαν διορθώσεως- καὶ ὄχι ἀποσιωπήσεως- τῶν πραχθέντων καὶ ἐνισχύει τὴν γενναιότητα, ἡ ὁποία διακρίνει τὸ γνήσιον χριστιανικὸν ἦθος.
Ὅταν δὲ αἱ προκληθεῖσαι ἀδικίαι προῆλθαν ἀπὸ τὰ διατυπωθέντα καὶ διασπαρέντα διανοήματα, ὡς ἔμμεσοι ἀνατροπαὶ τῆς συνοδικῶς τεθεσπισμένης ἀληθείας, ἤ ὡς συκοφαντίαι κατὰ τῶν τηρητῶν καὶ ὑποστηρικτῶν τῶν ἐγκύρων συνοδικῶν ἀποφάσεων καὶ παραδόσεων, τότε ἡ εἰλικρινὴς μετάνοια εἶναι ἡ προσδοκωμένη ἀπόλυτος ἀφετηρία διαλόγου ἀποκαταστάσεως.

Ὅταν ἡ ἐκτροπὴ ἀπὸ τῶν κοινῶν ἀποφάσεων, εἴτε ὡς ἀρχικὴ εἴτε ὡς παράγωγος τῶν διανοητικῶν ἀδικιῶν, προεκάλεσεν ἀνθρωπιστικὰς καὶ ὑλικὰς ζημίας , πολιτισμικὰς καὶ οἰκονομικάς, ἤ ἁρπαγὰς πνευματικῶν ἤ ὑλικῶν ἀγαθῶν καὶ ἐπὶ τῆ βάσει αὐτῶν ἀπεκτήθη μεγαλυτέρα ὑλικὴ δύναμις, τότε ἡ μετάνοια πρέπει νὰ συνδεθῆ ὑποχρεωτικῶς μετὰ τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν παντοειδῶν ζημιῶν. Ἄλλως δὲν εἶναι μετάνοια, ἀλλὰ ἐπιβραβεύσις διὰ τὰ πραχθέντα!

Αὐτὸ τουλάχιστον διδάσκει ἡ Αγία Γραφὴ καὶ προφανῶς καὶ ἡ πατερικὴ σκέψις. Τὰ κλασσικὰ ἁγιογραφικὰ ὑποδείγματα συμπεριφορᾶς ὑπάρχουν τόσον ἐντὸς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὅσον καὶ ἐντὸς τῆς Καινῆς τοιαύτης.
Ἐκ μὲν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔχομεν ὡς παράδειγμα ὁλοκληρωμένης μετανοίας τὴν συμπεριφορὰν τοῦ Ἰακώβ ( Γεν. 32,2-33,1-15, καὶ ἰδιαιτέρως τοὺς στίχους 33,8-12). Ἐκ δὲ τῆς Καινῆς τὴν ἀντίδρασιν τοῦ μετανοήσαντος Ζακχαίου (Λουκᾶ 19,1-10, καὶ ἰδίως τοὺς στίχους 8-9 «σταθεὶς δὲ Ζακχαῖος εἶπε πρὸς τὸν Κύριον· ἰδοὺ τὰ ἥμισυ τῶν ὑπαρχόντων μου,Κύριε, δίδωμι τοῖς πτωχοῖς, καὶ εἰ τινός τι ἐσυκοφάντησα, ἀποδίδωμι εἰς τετραπλοῦν. εἶπε δὲ πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς ὅτι σήμερον σωτηρία ἐν τῳ οἴκῳ τοῦτο ἐγένετο… »). Παραλείπομεν βεβαίως τὴν ἀκραίαν περίπτωσιν τῆς μετὰ αὐτοεξουθενωτικῆς συντριβῆς μετανοίας τοῦ Ἰούδα.

Ἡ πτυχὴ αὐτὴ τῆς ἀποκαταστάσεως δηλονότι τῶν ζημιῶν δὲν ἐτέθη εἰσέτι ἐπισήμως καὶ μὲ σαφήνειαν ὡς βιβλικὴ καὶ ὄχι κοσμικὴ ἠθικὴ προϋπόθεσις (Ἰακώβ, Γεν. 33, ). Ὡς ἐκ τούτου, ἡ μετάνοια παραμένει διπλωματικὴ ἔκφρασις (βλ. τὰς παπικὰς διατυπώσεις διὰ τῶν ὁποίων ζητεῖται ἀπὸ τὸν Θεὸν νὰ συγχωρήση τὰ τέκνα τῆς καθολικῆς Ἐκκλησίας διὰ τὰς ἐνδεχομένας ἁμαρτίας κατὰ τῶν ὀρθοδόξων ἀδελφῶν ) καὶ ὡς ἐκ τούτου παραμένει ἡμιτελής. Τὰ πραχθέντα ἄξια μετανοίας δὲν διέπραξαν οἱ παρόντες καὶ δὲν εἶναι αὐτοὶ οἱ φυσικοὶ αὐτουργοί, ἀλλὰ ἔχουν ἠθικὴν εὐθύνην, ἐπειδὴ ἐνεκολπώθησαν τὰς θέσεις καὶ τοὺς καρποὺς τῶν ἔργων ἐκείνων. Διατηροῦντες δὲ τὰς ἰδίας θέσεις καὶ καρπούμενοι, ὅσα παρήχθησαν διὰ τῶν ἐκθέσμων πράξεων ἐκείνων καθίστανται ἠθικῶς συνυπεύθυνοι. Ἄρα καὶ μετανοίας-ὄχι αἰτήσεως συγνώμης- ὀφειλέται.

Δεῖγμα ἐξαίρετον εἶναι τὸ ζήτημα τῆς Οὑνίας .Αὐτὴ ἡ cause celebre τῆς ἁρπαγῆς Ὀρθοδόξου ποιμνίου διὰ τοῦ αὐθαιρέτου ὁρισμοῦ ἐπισκόπων, οἱ ὁποῖοι πειθαναγκάσθησαν νὰ ὑπαχθοῦν ὑπὸ ἄλλην ἐκκλησιαστικὴν διακαιοδοσίαν ,τὸν Ρωμαῖον Ποντίφηκα. Ὁ Οὑνιτισμὸς ὑποστηρίζεται ὑπὸ τοῦ Παπισμοῦ, ἐπειδὴ ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα (καὶ κατὰ τοὺς Ρωμαιοκαθολικὺς γέφυρα πρὸς τὴν πλήρη ἕνωσιν!) ἐφαρμογῆς τοῦ δῆθεν ἐξουσιαστικοῦ νοήματος τῆς λεγομένης «πετρείου διακονίας». Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς εἶπεν εἰς τὸν ἀπόστολον Πέτρον «στήριξον» καὶ ὄχι «ὑπόταξον» τοὺς ἀδελφούς σου!

Αὐτονοήτως ἡ πλήρης μετάνοια οὐδέποτε ἐκδηλώνεται μὲ ἡμίμετρα, διότι τότε ἀφίνει ἀλώβητον τὴν φθοροποιὸν δρᾶσιν τῆς κεκτημένης ἐξουσιαστικῆς βουλιμίας, τὴν concupiscentia potentatus. Ἡ ἐξουσιαστικὴ αὐτὴ βουλιμία ἀρνεῖται τὴν πανίερον δημοκρατικὴν ἀρχὴν «ἡ τῶν πλειόνων γνώμη κρατείτω» ,θέτουσα τὴν σύνοδον ὑπὸ τὸν προκαθήμενον τῆς Ρωμαϊοκαθολικῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ τοὺς πολλούς ὑπὸ τὸν ἕνα.
Εἶναι ἐμφανὲς ὅτι ὑφίσταται ἀδήρητος ἀνάγκη προωθήσεως καὶ ὁλοκληρώσεως τῆς μετανοίας. Ἡ ἄρνησις τῆς ὁλοκληρωμένης μετανοίας ἀποσκοπεῖ α) εἰς τὴν ἄρνησιν ἐφαρμογῆς τῆς ἀποκαταστάσεως τῶν ἐμψύχων καὶ ἐμπραγμάτων ζημιῶν καὶ ἁρπαγῶν καὶ β) εἰς τὴν de facto προ-παραδοχὴν τῆς ἐξουσιαστικῆς ἀντιλήψεως περὶ τῆς «πετρείου» διακονίας. Καταργουμένης αὐτῆς τῆς ἐξουσιαστικῆς ἑρμηνείας ἀνοίγεται ἡ λεωφόρος, ἡ ἄγουσα ἀπὸ τὴν ἐπίλυσιν ὅλων τῶν ἀθεμίτων διαφορῶν καὶ ἐκτροπῶν καὶ πρὸς τὴν πλήρη ἑνότητα.

Ἀποκατάστασις τῆς ἑνότητος καὶ μάλιστα τῆς πλήρους ἄνευ τῆς μετανοίας ἐξισοῦται πρὸς χορήγησιν ἐλευθέρου διαβατηρίου (laissez faire, laissez passer) διεισδύσεως εἰς τὸν Ὀρθόδοξον χῶρον ὅλων τῶν πλανῶν, ἐπιμελῶς καλυπτομένων μὲ φραστικὰς ἐπεξηγήσεις ἀδελφοσύνης.

Ἐὰν ὑποστηριχθῆ ὅτι δὲν ὑφίσταται θέμα μετανοίας, ἐπειδὴ οὐδὲν ἄξιον μετανοίας διεπράχθη ἐπὶ μίαν χιλιετίαν, τοῦ ὁποίου αἱ ἀρνητικαὶ συνέπειαι νὰ φθάνουν ἕως σήμερον, τότε ὁ διεξαγόμενος θεολογικὸς διάλογος ἤ εἶναι παντελῶς περιττός, ἐπειδὴ μετανοίας μὴ ὑπαρχούσης οὐδὲν πρόβλημα ὑφίσταται-πλὴν ἑνὸς αὐτὸ τῆς ἐλλείψεως μετανοίας! Κατὰ συνέπειαν ὁ σημερινὸς θεολογικὸς διάλογος ἀποτελεῖ μίαν φιλόθεον ἀδολεσχίαν μεταξὺ ἐκκλησιαστικῶν ὀντοτήτων, αἱ ὁποῖαι εἶναι ἑκατέρωθεν δογματικῶς καὶ ἠθικῶς παντελῶς ἄψογοι! [Ἅμα τῆ Ἕῳ, ς΄ζ΄Βθ΄].


ΣΗΜΕΙΩΣΗ:Η ανωτέρω ανάλυση δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Αθηνών Η ΕΣΤΙΑ, 16 Ιουλίου 2009 με τον τίτλο "Η ημιτελής μετάνοια".

Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2009

Η εξουσίες στην Αποκάλυψη του Ιωάννου

Elias V. Oiconomou
Authorities and Citizens in John's Book of Revelation
Introductory Speech at the International Interdisciplinary Symposion for the celebration of the 1900th anniversary of the book of John's Revelation




The Book of Revelation by St. John is -most fortunately- difficult tο understand and does nοt readily lend itself to superficial reading and use. It is certainly not a book that reinforces οne's peace of mind, but rather a book, ever timely, that provokes one to search for its present-day meaning and significance. Ιn form it is colourful, harmonious and logical; a book of bilateral relations expressed in images but with trilateral consequences: affecting relations between God, the world, and man. Theology, anthropology and cosmology, are interwoven, producing positions οn the subjects of authority and ecology, accepting the end of history as meta-history rather than as eschatology. The history appears as an interweaving, as an engagement and disengagement of divine authority with and from its rejection.

John's Revelation is a book in which changeless God and the changing world and man, the present and the future, faith and unbelief, war and peace, humiliation and glory, death and resurrection are interwoven. It contains very strong feelings -some expressly stated and others implied through the horrific images of beasts.

Semiotics expressed through images as a primary means of communication demands nο special education. Ιt is, as St.Basil the Great points out[1], suitable "διά τους ιδιώτας ανθpώπους" for the illiterate. Nevertheless, this method, as already pointed out by Aristotle is the one most preferred [2], and is, according to the pronouncement of the Seventh Ecumenical Council (787 A.D.) taught by God Himself. Speech οn the other hand, precisely because it requires special education, is of necessity a method of communication for well-educated people.

Ιn Alexandrine and Roman times, the Hellenized Near East communicated in two semiotic systems: the popular: with the use of images[3], and the learned and abstract. The so-called "Apocalyptic Literature" uses the popular and image-filled semiotic system, which implies, or is identical with that which is called allegory. St.John's Revelation is indeed the Great Allegory.

Οn the contrary, Post-Apostolic Christian literature systematically avoided the use of popular semiotics, the old technique of communication, for the additional reason that its use was often abused and frequently equated with idolatry.

Divine things are always expressed in a condescended way. God's condescension towards men and His communication within the human framework is called "Revelation". Οn the other hand, the understanding and interpretation of the form of "condescending" Revelation in a God-befitting manner requires a divine, spiritual ascension.

Ιn the tenth century, Arethas, Bishop of Caesarea, a systematic commentator of St. John's Revelation, defined the meaning of Revelation in three ways. First, Revelation is the disclosure of secret mysteries through the illumination of the mind of the soul by divine enlightenment, either through dreams or in an awakened state, through visions[4]. Secondly, it is allegorical interpretation through which, "the heavenly gate", to which St. John refers to at the beginning of the narration of his vision (4,1) and which while not perceptible, becomes so to the Evangelist who needs must see what transpires in heaven through an open door[5]. Thirdly, it is again allegorical interpretation through which the prophet is summoned to ascend to heaven, not as to a place but rather as an elevation of his mind above all that is earthly and human[6].

The images in the Book of Revelation represent mankind before and after Christ and in Christ. The book's position in the end is that the history of faith is not subject to the historical scheme of "rise and fall"; hence there shall be nο post-Christian era, but rather the era of Christian fulfillment in which Christ and the faithful universally triumph.

Society is depicted as being in a chaotic state, since a variety of despotic powers oppress mankind and claim divine authority and the exclusive right to dominate people, i.e. as if gods, they impose man's dominion over man[7].

The commentator of St. John's Revelation has difficulties in transposing every single stone of a mosaic created almost two thousand years ago and depicting the iconographic ideas of the saint's vision into modern historical and social terminology and into present-day reality. The discovery of corresponding elements between past Semiology and that of the present-day runs the significant risk of one's coming to a wrong conclusion, to disimformation - something condemned by Revelation itself[8].

Keeping in mind then that the use of images as a communication system is already wide-spread, we can see why the persistence in using this communication system in the Book of Revelation is both necessary and very modern.

Revelation contains an unbroken iconographic and symbolic speech, almost in the nature of a "telecast" about cities and citizens, theological and natural events, wars and glory, history and post-history, authorities and natural catastrophies, et al. in which the eternal and heavenly Divine Liturgy, in which both angels and men participate, holds first place.

The main theme of this Book is the articulation of AUTHORITY[9], written in capital letters. It is the revelation of the real, eternal, and perfect authority of God, which, though at times doubted and fought against, ever prevails[10]. The Book of Revelation thus becomes a manual οn Meta (Post)- authority.

While the Apostle Paul presents, in all its complexity, the subject of what the relationship of Christians ought to be vis-a-vis secular authority in a positive manner (Rom. ch. 13), the Book of Revelation views the subject from a vantage point transcending secular authority11 and sees this authority to be an hybris against divine authority[12].

The semiology through the use of images, found in the book of Revelation has a multicultural provenance (Judaic: both from the Old Testament writings and from Apocalyptic literature; Egyptian, Astrological Religions etc.). The varied origin of this semiological material (vocabulary, expressions, images, etc.) was used by the author in a manner similar to the way the architectural parts of ancient Greek temples were employed. Ιn such temples thus constructed was Christ finally worshipped; through John's semiology Christ the Pantocrator, Lord of the Universe, doubted and fought but prevailing in the end, is preached.

The clearly artistic and complex -because of the vision's forceful inspiration- interweaving of biblically endogenous and exogenous lingual element's is incorporated in a Trinitarian, Christocentric and ecclesiological, i.e. a Christian, synthesis and essentially distances itself from the ideological and religious framework of its provenance.

Ιn the Book of Revelation John's field of vision, when referring to the seven Churches of Asia Minor, appears to be regionally and geographically concrete and influenced by direct and historical experience (Rev. 3-4); however it is transformed into an all-embracing over-view when drawing from the spiritual experience of the vision (Rev. 5ff.) and then the authorities clearly take οn a super-local dimension and range and become ecumenical and universa[13].

The spiral evolvement of the consequences brought about by the unsealing of the seven seals is evident. The seventh seal, however, does not, as one might imagine from the way in which the related vision begins and from its linear view of history, constitute the end of history. Tο the contrary, it constitutes a culmination of the world's crisis. This is preceded by a new basis for the further spiral evolvement of the seventh seal, i.e. a reference to God's people and to His Throne (7,1-17).
This new spiral unfolding includes the unity of the sounding of the seven Trumpets (8,2-11,19).

The rigid position of the entire historical scheme after Christ of the book of Revelation makes the middle position (Rev.ch.12) held by the woman about to bear a child, i.e. the Theotokos and the Christ-child, difficult to explain.

Ι. The Morphology of Authority

The morphology of authority refers, in a bi-polar way, to the ontology of God, Who is the unique transtemporal ruler of heaven and earth, and to the phenomenology of the authority of the ungodly power, which historically is in conflict with the ontological divine authority, and which, although successful οn the historico-social plane, is in the end both defeated and bound[14]. Consequently, the first distinction made by the Evangelist-prophet St. John is that between timeless, and therefore eternal, divine authority, which prevails in all three dimension of time, and the beastlike, satanic authority, which is opposed to, and seeks in every way to abolish and destroy divine authority. Obviously then, the preface and epilogue of the spiral and evolutionary course followed in this dispute with divine authority over the world unfolded in the main part of the vision coincide. The evident conclusion is that authority is divinity's service to, and functioning in, the world and in history, and requires man's participation as well.

More specifically,

A. The Authority of the Eternal: The Throne in heaven

The first authority mentioned, by way of introduction, is that of eternal God. It is depicted by a heavenly throne of exceptional splendour, upοn which God is seated15. This is the fascinosum of the Philosophy of Religion. Arethas[16] explains that God, being indescribable, is symbolized both by a jasper stone, signifying that which flourishes and is therefore eternal and life-bearing, and by a sard stone, signifying that which is terrible, the tremendum of the Philosophy of Religion.

The worldly authorities that follow can be distinguished as being either lesser[17] or greater. Lack of time forces us to deal only with the latter18.

Β. The Authority of the Dragon and the Beasts

Four beast-like authorities appear in the Book of Revelation as authorities which either possessed or struggle to possess and claim as theirs world dominion as empires. It is noteworthy that the symbolic semiology of these authorities does not include horsemen as symbols but rather a dragοn for the first authority and beasts for the second and third authorities. The "iconography" of the fourth authority is complex and depicts a coman seated upοn a beast. The beast-like symbolics give one presentiment about the character of domination.

1.The Authority of the huge fiery dragon (Rev. 12,3-4, 7-9, 10-18).

The dragon is also called "the ancient serpent" [19], the "Devil and Satan". The term "Devil" signifies the slanderer and the misrepresentation of the truth; what in current language is called misinformation. It is he who "deceives all the world". He appears suddenly beyond earthly reality, "in heaven". This dominating regime possesses seven heads with ten horns, seven crowns and a tail. With its tail it drags a third of the stars out of the sky and casts them down to earth[20].

The huge, fiery dragon's intention is to exterminate the awaited Child, to whom the woman in labour is about to give birth: the Child who will become the universal powerful ruler[2l]. According to the ancient exegetes[22], it is about a preventative act born from the anxiety of a wicked power such as Herod's authority.

This intention, however, is not realized because the newborn Child is saved from the threat and his mother is protected in a desolate place revealed by God[23].

A war then breaks out in heaven between Michael's angelic forces and the angels of the dragon. The forces of the dragon are defeated, and he and his angels are casted down to earth. Thus God remains the indisputable rule of heaven[24], while the dragon is forced to make the earth the base of his activities.

Despite all this, the dragon continues to pursue the woman οn earth as well. He is, however unsuccessful because she acquires the wings of an eagle and thus escapes from danger. The dragon recourses to the natural element of water in order to drown her but fails, the woman being aided by the earth, which opened its mouth and swallowed the river that the dragon had poured from his mouth. Thus is the natural environments' participation in her rescue underlined.

This failure nοw enrages the dragon, who nοw turns to the rest of her descendants. These are the people who obey God's commandments and who testify unto the truth revealed by Jesus[25]. According to Arethas the commentator, the allegory here refers to the Church: to "the persecution of the Church"[26]. If we change the deductive course of the story to an inductive one, then the earthly war of the dragon against the faithful and the Church is seen as a reaction against his initial and super-historical vanguishment by God -a reaction with temporary results. The conclusion is evident. This authοrity is οnly outwardly and temporarily powerful since, in reality, it has already been defeated ontologically and eschatologically.

The designs against this authority begin before the birth of the Child, before the birth of Christ. The prophet observes that the dragon stands οn the sand of the sea as if expecting to give up his power and plans to another authority. And a new figure does indeed appear, but not a new authority.

2. The Authority of the beast of the sea.

It is the authority which comes from the sea and therefore "the sea- power" authority. It is not a protogenous authority but one that receives and accepts authority from the dragon[27]. It is enrusted with military power, dynastic dignity and title, and broad authority. The meaning of the authority given is evident, as is the peaceful handing down of despotic authority from one power to another. Ιn regard to the Messiah[28], the succeeding authority undertakes to implement the programmed plans and aims of its predecessor.

As characteristics of this new authority after the Messiah's birth and salvation the prophet mentions the "ten horns" with the "ten crowns" οn them and the "seven heads", as well as its beast-like qualities, i.e.its resemblance to a leopard with the feet of a bear and the mouth of a lion[29].
Its resemblance to a leopard obviously symbolizes its rapacity; the feet of a bear, its overwhelming power and the mouth of a lion, its power of extermination and destruction. One of its heads seemed to have received a death-blow[30], but its wound was apparently not mortal since it had been healed3l. Here we clearly discern an imitation or an usurpation of Christ the Lamb. The beast's salvation causes universal admiration[32], and people submit themselves to him, worshipping both authorities, that of the beast and that of the dragon.

The satanic element in this absolute authority is precisely its demand that it be accepted and worshipped as a deity[33]. This demand is expressive of the pseudotheological ideology characteristic of a despotic state.

After universal submission, the authority's atheistic blasphemy is revealed: the unrevealed "blasphemous names" obviously refer to the calling into doubt of God's existence (literally, of His name), the sanctity of His temple (of His tent) - since questioning the meaning and the existence of the holy place is a way of waging polemics against the faith -and life after death (literally, those who have pitched their tents in heaven)[34]. These are the three well-known axes around which the antireligious polemic revolves and which are usually diachronically applied. We have here the arrogance of authority[35]. This authority provokes a war "against the Saints" and defeats them. This victory strengthens its universal power[36] and is followed by the demand that it be worshipped by all the people living οn earth, who do not number themselves among those who believe in Christ[37].

3. The Beast-like Authority of the Beast of the Earth (Planetarchy).

Contrary to that of its predecessor, the regime of the second beast- like authority is aboriginal and native[38]. It is symbolically characterized by two horns as opposed to the ten horns of the beast of the sea (Rev 13,1 ), and resembles the Lamb, but speaks "like a dragon". The image is indicative of craftness.[39] Here the regime has been transformed into one that appears mild and religious, but manifest itself in a beast-like manner "speaking like a dragon". It reverts to that quality of the dragon[40] cast down to earth and exercises the powers of the first but weakened beast[41], that with authority of the sea[42]. It universally imposes the worship of the first beast healed of its mortal wound[43]. It employs impressive technical means of deception[44] and imposes the fashioning of images of the first wounded but healed beast and decrees that all those who do not worship the image-idol of the beast be put to deat[45]. Ιn other words, it deifies the authority that preceded it and imposes upοn every class of people[46] complete religious and political submission with a specific and evident sign of subjection to the regime in power, placed "οn their right hand or the forehead"[47]. It threatens those who do not accept this specific mark of submission with the penalty of not being able to carry οn commercial transactions[48]. Given that the system of survival is realized through "buying and selling", the tight control, expressed herein as complete religious submission to the authority of the beast[49] suggest a self-deified state authority that uses its absolute control, that which today we call "the market" to impose and establish itself.

Tightly regulated economy appears in the Book of Revelation as a practical consequence of self-deified authority. Οn the contrary real divine authority does not strictly exercise a controlled economy, since God "makes His sun rise οn the evil and οn the good, and sends rain οn the righteous and the unrighteous"[50].

John records the symbolic code number of the despotic being as the number of a human being and not of a demon[51].

There is a rich bibliography[52] reflecting the futile efforts to decode the number of this cryptographic system which is in one way or another inaccessible. For the historical method of interppretation the Emperor Dometian (8l-96 A.D.) - as well as others also -who in official documents was put forth as "Lord" and as "God"[53], seems a reasonable choise. He used to punish cruelly all those who refused to conform to his demand that has to be honored as a god. Thus, he punished Flavius Clemens, who was a consul and his uncle by having him hanged, and accused his wife Domitilla of atheism and had her exiled.

For the citizen of today's modern world and century, for today's man, who in amazement searches for analogies and similarities scattered throughout former and present times, the name of the historical person implied as embodying this cruel despotism spoken of in Revelation is not so important. More important is the clarification of the quality of that authority. What is foremost is the seeking out of its authoritarian quality, authority in rem and not in personam. Herein lies the difference between the historical examination and view of Revelation and the symbolic correspondence of its synthesis. The individuals pass οn, but the antireligious and the despotic outlook and mind-set can revive and be expressed each time by or with new individuals.

The factor of time, which is considered by the historical method of interpretation to be its main purpose, is theologically unattainable; Christ excluded all possibility of man's being able to know the time of history's completion[54].

4. The Authority of Babylon (Rev. l7,l - l8, l - 24).

This authority is shown by one of the seven angels who had the seven bowls of the anger of God. It is described as "the sin of the great prostitute"[55]. It concerns the typology of the multi-national State established upοn a multitude of peoples[56] and which obtains the cooperation of the kings of the earth and evokes the enthusiasm of the population[57].

After the introductory characterizations, the prophet is carried "by the Spirit" to the desert. There the authority is depicted as a woman sitting upοn a scarlet beast. Hence, she, too, expresses the beast-like authority. The prophet emphatically states that this beast "is full of blasphemous names", that is, insults against God. It consists of ten kings[58] and lies οn seven hills, or "heads"[59]. The woman-like authority is clothed in purple and scarlet dress, adorned with gold, jewels and pearls (Rev. 17,4). Ιn her hands shed holds a gold cup filled with "abominations" and the impurities of her fornication (Rev. 17,4).

This authority is called "Babylon"[60]. It also has the name of "the mother of fornication", i.e. the source of religious syncretism[61]and idolatry[62]. It signifies the universal authority[63] of confusion and the leveling of all values[64]. This empire will destroy itself by the God- inspired undermining wrought by its allies, who will hate and ravish it, and by fire raise it to the ground[65].



C. The regime that will finally prevail:

The New Heaven and the New Earth

The new God-befitting authority ("see, the tabernacle of God is among men"), corresponds to nature which has been completely renewed: "the new heaven and the new earth" seen by John. It is an authority of complete renewal: "nοw Ι make old things new" (Rev.21,5), because it is a full authority: "Ι am the Alpha and the Omega, the beginning and the end".

Life flows from the throne (i.e. the authority of God) as a river creating an ever-green ecological environment (Rev. 22, 1-3), a society worshipping God and having a continuous vision of Him: "they shall see His face" (Rev. 22,4), i.e., a society in which the faithful shall live forever in eternal divine light (Rev. 22,5).

The dialectic of the authority does not, in accordance with the usual scheme, end up in a synthesis of the antithesis to a thesis, but in the thesis about the eternal authority of God, in which those who strove in a God-pleasing manner οn earth participate.





_________________________

Notes



1. Mansi 13,20.

2. "An indication of this is our esteem for the senses, most of all the sense of sight" (Metaphysics, Ι, Ι).

3. The relationship between myth and word: Myth is a narrative and iconographic semiology. Ιt expresses its ideas as history; it is another form of word. The word is the result of the induction of the historical narrative to abstract expression (philosophical) i.e. without the conscious use of an image. The distinction between myth and word is chiefly a matter pertaining to the semiotic system.

4. "And revelation is the manifestation of the secret mysteries, through the enlightenment of the soul's princely faculty, through divine oracles, either through visions or as from divine illumination", (P.G. 106, 501).

5. "Not because he saw a perceptible door opened in heaven... but because thus it appeared to the Evangelist, as if it were necessary to look through an open door in order to see what was within'; (P.G. 106, 565).

6. "'Ascend here', she does not mean to a certain place, but that one should lift his mind up from the mundane and human" (P.G. 106, 565).

7. The time element in the Johannine vision is spherical with a triparte axis.

8. Cf. p.69, about the authority of the fiery dragon.

9. The expresis verbis Semiology of the book includes the terms, authority, king, kingdom as well as throne, city, sit upοn, potentates, chiliarchs, etc. cf. 16,6. The concept of dynasty is implied from the text, while the concept οf empire is expressed periphrasitically: by the number of kingdoms subjugated to the authority mentioned.

10. Οscar CulΙmann (Der Staat im Neuen Testament, 1961 p.52) believes that the problem of the State is posited in the Book of Revelation.

11. Cf. Cullmann, op. cit. p.52

l2. Indirectly in its ancient Greek sense, directly in the neo-Greek sense of blasphemy ("names of blasplιemy" et. Sim)

13. The authorities that appear in the Book of Revelation as a vision of the Prophet of what transpires in heaven are manifested and refer to the entire earth where the citizens who suffer their consequences reside.

14. Rev. l,9fl. and 20, 1 fl. in combination.

15. Rev. 1,9: "... and there in heaven stood a throne with one seated οn the throne. And the one seated there looks like jasper... and by your will they existed and were created" (4,2-11).

16. P.G. 106,568.

17. The lesser authorities: the charging horsemen. Charging in sequence, after the opening of each of the first four seals by "the Lamb that appeared to be slain"; individual riders, οn horses of different colours (white, red, black and green, i.e. copper-green) who signify authorities or situations which dominate in society. That which is described is the mounted ruler and the hummiliating effects upοn people of his advancement. Aretha's application of the historical understanding to the first seal (P.G. 106, 588) and his equating the white horse with Christ or with a symbol of the progress "of the Apostolic preaching" possesses nο semiological or meaningful basis. Ιn Revelation Christ is symbolized as "the lamb that appeared to be slain" and not as a horseman, and indeed one of a number of horsemen who inflicted suffering upοn people (Ed . Lοhse , Die Offenbarung des Johannes, NTD 11, 1971, p. 46). The purpose of the first horseman is given: "he came out conquering" and "a crown was given him"; apparently the crown of a victor.

The charging horseman of the second seal (Rev. 6,4) mounted οn a red horse, has as his purpose the great slaughter of men and the removal of peace from the earth. The colour red symbolizes blood, and Arethas of Caesarea, consistent with his interpretation concerning the white horse, considers the red colour to signify the blood of the martyrs. The phrase "so that they would slaughter one another" he believes to signify the lack of harmony, because of which people are led to slaughtering one another.

The charging horsemen of the third seal, mounted οn a black horse holds a scale (Rev. 6,5-6), while from the four beast surrounding the throne of God is heard the interpretative word: "A quart of wheat for a day's pay, and three quarts of barley for a day's pay, but do not damage the olive oil and wine!"

The ancient exegetes such as Arethas of Caesarea (P.G. 106, 598-92), skip over -although they know- the clear meaning of the pricing οf barley as signifying hunger, and interpret the statement alegorically, speaking of divine judgment (the scale) and the ethical differentiation of people. The newer exegetes clearly speak about hunger and esclation of prices from eight to tenfold (Lοhse, p. 46).

The charging horseman mounted οn a copper green horse of the fourth seal is death, who is followed by Hades (Rev. 6,8). The charging horseman mounted οn a copper green horse of the fourth seal is death, who is followed by Hades (Rev. 6,8). Arethas (P.G. 106, 593) interprets this colour as "the symbol of wrath" and the remainder allegorically. Newer exegetes speak οf the death of 25% of the population from cholera, slaughter, hunger and wild beasts, i.e. people will be captured by wild beasts.

The contents of the fifth and sixth seals refer to the subsequent consequences. When the contents of the fifth seal are revealed the souls of the martyrs put to death "for the word of God and for the testimony they had given" (Rev. 6,9) appear and seek retribution. This phrase is precisely similar to that which declares the reason for John's presence in Patmos (Rev. 1,9). The reply is that they must wait a little more for the final judgment of all, righteous and unrighteous, until the other martyrs arrive. They already receive the white garments as a symbol of righteousness.

The sixth seal (Rev. 6,12-17) reveals violent cosmological consequences: a great earthquake, a black (i.e. darkened) sun, a blood-like moon, a sudden fall of stars (meteorites) to the earth, a change in the shape of the sky and geological upheavals.

The harmony of natιιte is done away with and the Cosmos is transformed in chaos.

The natural catastrophes are followed by social consequences: the members of the seven-part social structure: the kings of the earth, the potentates, chiliarchs, the rich, the mighty, the slaves and the freemen are all equated before the danger and seek safe shelter from "the face of the one seated οn the throne and from the wrath of the Lamb" in the caves. Rev. 6,15.

18. Ι choose the chatacterization "lesser" in to distinguish them from the authorities symbolized by beasts.

19. The serpent symbolizes temptation, enmity and deceit.
20. Allegory provokes us greatly to understand the image as indicating the secularization of the intellect, its abandonment of its lofty occupation with theological thought and its focusing upοn materialistic outlooks.

21."whο is to rule all the nations with a rod of irοn" (Rev. 12,5).
22. Aretha of Caesarea, P.G. 106, 664.
23. Rev. 12,5-6.

24. Rev. 12,10-12.
25. Rev. 12,17.

26. P.G. 106, 668.

27. "And the dragon gave it his power and his throne and great authotity . (Rev. 13,2).

28. Cf. 12,4f.

29. Rev. 13,2.

30. Cullmann, οp. cit., pp. 54-55, points out that the imitation of God belongs to the innermost essence of the Devil; he lays claim to all that belongs to God and he reveals himself as possessing divine attributes.

31. Rev. 13,3.

32."of all the eatth" (Rev. 13,4)

33. Cullmann, 55.

34. Rev. 13,6.

35."and Ι will never see grief" (Rev. 18,7).

36."and it was given authority over every tribe and people and language and tongue and nation" (Rev. 13,7).

37. "... whose names has not been written from the foundation of the world in the book of the Lamb that was slaughtered" (Rev. 13, 1-10).

38. "... Then Ι saw another beast that rose out of the earth" (Rev. 13,11).

39. Cf. Matth. 7, 15: "Beware of false prophets, who come to you in sheep's clothing but inwardly are ravenous wolves".

40. Rev. 12,13.

41. "and one of its heads seemed to have received a death-blοw, but its mortal wound had been healed" (Rev. 13,3).

42. "... and it exercises all the authority of the first beast οn its behalf " (Rev. 13,12).

43. "and it makes the earth and its inhabitants worship the first beast, whose mortal wound had been healed" (Rev.13,12).

44. Rev. 13,13-14.

45. "and it deceives the inhabitants of the earth, telling them to make an image for the beast... and cause those who would not worship the image of the beast to be killed..." .

46. "and it causes all, both small and great, both rich and poor, both free and slave... " (Rev. 13,16).

47. Rev. 13,16.

48. "so that nο οne can buy or sell who does not have the mark, the name of the

beast or the number of its name" (Rev. 13,17).

49. The well-known economologist, Friedrich A. Hayek, stated the following in regard to the above position taken by Revelation when in l974 he received the Nobel Prize: "Financial auditing is not οnly a control of a sector of human life, which can be distinguished from the others. It constitutes a control of the means towards all our aims. And he who possesses the singular control of these means can decide which aims shall be facilitated, which values are to be considered as being 'higher' and which 'lower' -in short, in what men ought to believe and for which goals they should struggle" (See the newspaper "Free Press" (Athens, 24 Feb. l986, p. 9).

50. Matth. 5,45.

5l. "Here is wisdom: let anyone with understanding calculate the number of the beast, for it is the number of a person. Its number is six hundred sixty-six" (Rev. 13,11-18).

52. E.Lohse, 80 ffl.

53. According tο Suetοnius 13, "Our Lord and God commands that.. " (in Lohse, p. 80).

54. "It is not for you to know the times or periods that the Father has set by his οwn authority" (Acts 1,7).

55. Rev. 17,1.

56. Ιn the text the phrase, "[The great whore] who is seated οn many waters" is explained by the phrase, "the waters that you saw, where the whore is seated, are peoples and multitudes and nations and languages" (Rev. 17,2; cf. Rev. 17,15).

57. Rev. 17,2.

58. "horns" according to the semiology of the prophet, (see in combination Rev. 17,3 and Rev. 17,12).

59. According tο the prophet's semiology (see in combination Rev. 17,4 and 17,9).

60. The word, according to Old Testament etymology means "confusion".

61. Ιn this way should the term "fornication" as used by the Old Testament be rendered.

62. Ιn this way should the term "abomination" taken from the Old Testament by understood.

63. It includes "peoples"; "multitudes", "nations"and "languages"(Rev.7,15).

64. Rev. 17,18 "the wοman you saw is the great city that rules over the kings of the eaιth".

65. Rev. 17,16 "and they will hate the whore, and they will make her desolate and naked, and they will devour her flesh and burn her up with fire. For God has put it in their hearts to carry out His purpose".




ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Η ανωτέρω ανάλυση εκφωνήθηκε ως εισαγωγική ομιλία στο Διεθνές και Διεπιστημονικό Συμπόσιο για τα 1900 χρόνια από τη συγγραφή του βιβλίου της Αποκαλύψεως του Ιωάννου στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο των Αθηνών το 1995.Η ανάλυση δημοσιεύθηκε στα πρακτικά του Συνποσίου σε δύο γλώσσες (ελληνικά και αγγλικά).Εδώ παρτατίθεται η αγγλική μετάφραση.





ηνη

Ετικέτες

Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2008

Δείγμα μοναχισμού της Μετανεωτερικότητας;

Υπό του Ηλία Οικονόμου,


Το πρόβλημα της διαχειρίσεως της ιδιοκτησίας της Μονής Βατοπεδίου δεν είναι απλώς πολιτικοοικονομικό. Αλλά ηθικό, ιεροκανονικό και σε τελευταία ανάλυση βαθύτατα θεολογικό. Και τούτο επειδή αλλοιώνει θεμελιώδεις αρχές της Ορθοδοξίας και της Ορθοπραξίας.

Και βεβαίως, το κατέχειν (μεγάλην ακίνητον περιουσίαν ), το αγοράζειν και πωλείν ακίνητα και μετοχές ,το ανταλλάσσειν ακίνητα, το δανείζεσθαι χρήματα εντόκως, το κερδίζειν, το συγκροτείν εταιρείες- και μάλιστα υπεράκτιες- όπως και η καλλιέργεια δαπανηρών δημοσίων σχέσεων και τα συναφή συνιστούν νόμιμες οικονομικές δραστηριότητες, όταν τηρούνται οι σχετικοί νόμοι.Οι επιδιδόμενοι στις δραστηριότητες αυτές ασκούν θεμιτές δραστηριότητες, ανεξαρτήτως των θρησκευτικών, φιλοσοφικών και πολιτικών πεποιθήσεών τους και του τρόπου ζωής, διατροφής , ενδύσεως και του τόπου διαμονής.

Εις πάντα τα ανωτέρω επεδόθησαν ο προεστώς και οι μετ’ αυτού εις την Ιεράν Σταυροπηγιακήν και Πατριαρχικήν .Μονήν του Βατοπεδίου συστηματικώς, παρά το απαγορευτικόν παρομοίων δραστηριοτήτων μοναχικὸν και ιερατικὸν ένδυμα, το οποίον περιβάλλονται. Έχοντες δε δώσει φρικτοὺς όρκους ενώπιον του τριαδικού Θεού να διάγουν βίον, πνευματικόν και μακράν κοσμικών δραστηριοτήτων, διεπόμενον και οριζόμενον απὸ ιεροὺς κανόνες , απαγορευτικοὺς πάσης κοσμικής μερίμνης και ασχολίας.

Η αποκαλυφθείσα κραυγαλέα και έμπρακτος δυσαρμονία συνιστά εξαλλαγή του βίου από του μοναχικού στον κοσμικό χώρο, δηλαδή αναίρεση του μοναχικού ιδεώδους μέσω της πλήρους εκκοσμικεύσεως του βατοπεδινού μοναχισμού. Εκκοσμίκευση και μοναχισμὸς είναι εξ ορισμού μεγέθη ασύμβατα, επειδή το ένα αναιρεί το άλλο, δηλαδή τις αρχές και τους σκοπούς εκάστου. Η «αγορά», δηλαδή η οικονομική και πολιτική δραστηριότητα και η «ερημία» της πνευματικής ασκήσεως δεν δύνανται να συνυπάρξουν, επειδἠ η δραστηριότητα της πρώτης (και μάλιστα της θεοποιημένης αγοράς, όπως συμβαίνει την εποχή μας) αφυδατώνει και κατακαίει την πνευματικότητα με συνέπεια την απώλεια της μοναχικής ταυτότητας. Ο Ιησούς στο όνομα του οποίου είναι μοναχοί αποσαφήνισε το υποχρεωτικότητα της επιλογής ( «Θεὸς ή Μαμωνάς» ).

Ο χριστιανός άνθρωπος και εν προκειμένω ο κατά τεκμήριο πρωταθλητής του χριστιανικού βίου , ο μοναχός υποχρεώνεται να επιλέξει ποίον θα αγαπά και ποίον θα αποστρέφεται, το Χριστό ή το χρήμα. Μοναχισμός που αποτελεί προκάλυμμα οικονομικών δραστηριοτήτων δεν είναι αυθεντικός ορθόδοξος μοναχισμός, αλλά κατ’ όνομα μόνον. Άλλο είναι οι πράξεις πορισμού των αναγκαίων αγαθών λιτής και ολιγοδεούς επιβιώσεως του μοναχού, που είναι θεμιτὲς και αυτονόητες, και άλλο είναι η ανάπτυξη οικονομικής δραστηριότητας πρωτοφανούς μεγέθους και δυσπεριγράπτου διαπλοκής.

Σύμφωνα με την αιδέσιμη παράδοση ο ορθόδοξος μοναχός διδάσκει με τα έργα του και με τη ζωή του. Είναι θεολόγος της πράξεως και πρωταθλητής της πνευματικής ασκήσεως. Ο ορθόδοξος μοναχός δεν είναι λειτουργός της Πολιτικής Οικονομίας, δηλαδή διαχειριστής χρήματος και πολιτικής δυνάμεως, αλλά ταπεινός διάκονος της Θείας Οικονομίας, δηλαδή του έργου του Θεού προς τους ανθρώπους.

Η Τρίτη χριστιανική χιλιετία της ιστορίας, η εποχή της μετανεωτερικότητας είναι de facto περίοδος εξετάσεως και λογοδοσίας της κρατούσης καταστάσεως της πίστεως και της ζωής των χριστιανών, κληρικών και λαϊκών. Συνιστά δε έλεγχο της στερεότητας και της ευρυθμίας των εκκλησιαστικών θεσμών, δηλαδή της Εκκλησίας ώστε να διαπιστωθεί, ύστερα από μία περίοδο έντονης αθεϊστικής επιθέσεως – που συνεχίζεται με τη μορφή της «δημιουργικής συγγραφής» (π.χ. το μυθιστόρημα ο κώδικας ντα Βίτσι, κ.ά) και επιστημονικοφανών δημοσιευμάτων ( Ντώκινς , η περί θεού αυταπάτη κ.ά. ) και διωγμών, ο βαθμὸς της εμμονής στα πιστευθέντα και παραδοθέντα πνευματικά αγαθά και η αντοχή των χριστιανικών αρχών στο πνεύμα του παρόντος αιώνος (θα προσέθετα, του απατεώνος, δηλαδή του απατηλού).

Η παρούσα κατάσταση του Ορθοδόξου μοναχισμού, όπως αποκαλύφθηκε στο συγκεκριμένο παράδειγμα παρουσιάζει σοβαρές αποκλίσεις από το παραδοθέν ασκητικό ιδεώδες και δρα κατά τρόπον έκκεντρον από τους τεθεσπισμένους απὸ τις οικουμενικές συνόδους ιερούς κανόνες. Η εκπεμπομένη δια των εκθέσμων ενεργειών μοναχική ταυτότητα δεν ανταποκρίνεται προς την γνησιότητα του Ορθοδόξου Μοναχισμού.

Η θλιβερή και φθοροποιός εκτροπή θα είχεν αποτραπεί ,αν διετηρείτο η ιεροκανονική τάξη διαχειρίσεως της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας. Ιεροί Κανόνες υπάρχουν από μακρού χρόνου, και , εφαρμοζόμενοι τηρουμένων των καιρικών αναλογιών, θα απέτρεπαν την κραυγαλέα εκκοσμίκευση και τον διασυρμό του μοναχικού σχήματος και το ορθόδοξο ήθος. .Χαρακτηριστικός και καθοδηγητικός της ορθοδόξου αντιλήψεως περί της διαχειρίσεως της εκκλησιαστικής γενικώς και της μοναστηριακής ειδικώς περιουσίας είναι ο Β΄κανόνας της 7ης Οικουμενικής Συνόδου (Νικαία ,787 μ.Χ.). (Βλ. καὶ Ράλλη-Ποτλή, Σύνταγμα Θείων και Ιερών Κανόνων, τ. Β, σελ. 593 και εξής) Αυτός (και οι παλαιοί ερμηνευτές του) καθορίζει με σαφήνεια τους όρους διαχειρίσεως της εκκλησιαστικής και της μοναστηριακής περιουσίας, θέτει απαγορευτικούς όρους διαχειρίσεως και προβλέπει ποινές.

Συγκεκριμένα ορίζει τα ακόλουθα:
Α)Υπεύθυνος της εκκλησιαστικής περιουσίας είναι ο επίσκοπος, της μοναστηριακής ο ηγούμενος.

Β) Η διαχείριση της περιουσίας διέπεται από τη θεολογική αρχή να γίνεται ως εάν την παρακολουθεί ο Θεός (« ως Θεού εφορώντος» ), επειδή πρόκειται περί περιουσίας του Θεού, ανήκει εις «τα του Θεού».

Γ) Για τον προηγούμενο λόγο, δεν επιτρέπεται ο σφετερισμός οποιουδήποτε μέρους της από τον υπεύθυνο διαχειριστή.

Δ) Δεν επιτρέπεται επίσης να χαρίζονται στους συγγενείς όσα ανήκουν στο Θεό., Αν δε αυτοί είναι πτωχοί, πρέπει να ενισχύονται ως πτωχοί , χωρίς να γίνεται αφαίρεση περιουσίας.

Ε) Αν προβάλλεται ως πρόφαση ότι ο αγρός είναι ζημιογόνος και δεν είναι σε τίποτε χρήσιμος, τότε δεν επιτρέπεται να παραχωρείται στους τοπικούς άρχοντες.

Στ) Επιβάλλεται να παραχωρείται ο άγονος ή ασύμφορος αγρός μόνο σε - προφανώς ακτήμονες- κληρικούς ή γεωργούς,

Ζ)) Αν γίνει πονηρή μεθόδευση και ο αγρός από τους κληρικούς και τους γεωργούς περιέλθη μέσω αγοράς στον άρχοντα, η αγοραπωλησία είναι άκυρη και η ιδιοκτησία του αγρού επανέρχεται αναλόγως ,στο μοναστήρι ή στην επισκοπή.

H) Ο ηγούμενος ή ο επίσκοπος που μεθόδευσαν με δόλο τα πράγματα ελέγχονται και απομακρύνονται, ο μεν ηγούμενος από το μοναστήρι, ο δε επίσκοπος από την επισκοπή του, επειδή κακοδιαχειρίζονται (διασκορπίζουν) αυτά που δε (μόχθησαν να) συγκεντρώσουν οι ίδιοι».

Η εφαρμογή των διαχειριστικών κατευθύνσεων του κανόνος της 7ης Οικουμενικής (δηλαδή παγχριστιανικής ισχύος,) Συνόδου θα είχε πολλές ευεργετικές συνέπειες. Δεν θα ετίθετο ποτέ ζήτημα παραχωρήσεως, πωλήσεως ή ανταλλαγής της Βιστωνίτιδας με το ελληνικό κράτος και τους επιχειρηματίες .Η περιουσία θα έμενε άθικτη ως συμβολή στην οικολογική ανάγκη της εποχής και ως έμπρακτη απόδειξη της οικολογικής κατευθύνσεως της Ορθοδοξίας. Η εμπορική νοοτροπία υπονόμευσε τις πολυετείς οικολογικές προσπάθειες του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης. Προσπάθειες που ο Πατριάρχης προέτεινε στην πρόσφατη Σύναξη των Ορθοδόξων Πατριαρχών και Αρχηγών των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, να ενεργοποιηθούν σε πανορθόδοξη έκταση, δηλαδή διηπειρωτικώς.

Ένα τμήμα της περιοχής θα έπρεπε, σύμφωνα με τις πρόνοιες του μνημονευθέντος κανόνος , να δοθεί σε ακτήμονες παλαιούς και νέους γεωργούς, ασφαλώς με τη δέσμευση να μη μεταπωληθεί, αλλά με τον όρο να καλλιεργείται . Το αυτό θα έπρεπε να γίνει, πάλι με βάση την ίδια πρόνοια του κανόνος, για ακτήμονες κληρικούς.

Η παραβίαση του κανόνος πρέπει να επισύρει τις προβλεπόμενες συνέπειες, δηλαδή την επαναφορά των πωληθέντων ή ανταλλαγέντων στην ιδιοκτησία της μονής. Και την απομάκρυνση του ηγουμένου από της θέσεώς του, «επειδή διασκόρπισε κακώς, εκείνα που δεν συγκέντρωσε με ίδους κόπους», πάντοτε σύμφωνα με τον κανόνα. Το αυτοδιοίκητο των μονών του Αγίου Όρους δεν αναιρεί την ισχύ των ιερών κανόνων. Η Ορθόδοξη Θεολογία δεν γνωρίζει την νεώτερη έννοια της «αξιοποιήσεως της εκκλησιαστικής περιουσίας», που προέρχεται από τον οικονομικό χώρο και έχει υιοθετηθεί από την πρακτική της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Η υιοθέτησή της αρχής αυτής από τους Ορθοδόξους δηλώνει ώσμωση.

Είναι δε προφανής αντίφαση και ειρωνεία, την ώρα που το Άγιο Όρος διατυπώνει ζωηρές επιφυλάξεις για τον διάλογο με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, να υιοθετεί τις οικονομικές πρακτικές της. Να εγκαταλείπει δηλαδή τις αρχές και το πνεύμα που ανέδειξαν τον ορθόδοξο μοναχισμό, δηλαδή ότι ο Θεός δεν πωλεί στους ανθρώπους, αλλά χαρίζει. Και ότι η γη υπάγεται στις δωρεές (χάριτες ) του Θεού προς τον άνθρωπο! Αυτή τη θεολογική αντίληψη υποκρύπτει και σ’ αυτήν αναφέρεται ο κανόνας, όταν χρησιμοποιεί τις φράσεις «ως θεού εφορώντος» και «συγγενέσιν ιδίοις τα του θεού (μη) χαρίζεσθαι».

Προφανώς, η λογική των κανόνων περί της διαχειρίσεως της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας είναι άλλης τάξεως από την σημερινή, αλλά πρέπει να ισχύει για να υφίσταται ανόθευτος ορθόδοξος μοναχισμός, όπως πρέπει να ισχύουν και τα χρυσόβουλα, καίτοι προέρχονται από πολιτεία άλλης τάξεως (βυζαντινή αυτοκρατορία), της οποίας θεωρούμε ότι η σημερινή Ελλάδα αποτελεί κληρονόμο (και όχι κατακτητή) και μερική εδαφική συνέχεια .

Δυστυχώς ο ηγούμενος της Μονής εμφανίζεται να αγνοεί και να καταπατά αδεώς τους ιερούς κανόνες, την περί δωρεάς (χάριτος) την Ορθόδοξη Θεολογία κ.λπ. , όπως και ν αδιαφορεί για τις συνειδητές οικολογικές κατευθύνσεις της σημερινής Ορθοδοξίας. Και κάθε Ορθόδοξος δικαιούται και οφείλει να διερωτάται , τι μοναχισμός και τι μοναχός είναι εκείνος που πορεύεται με κριτήριο τον εαυτό του προς την αντίθετη κατεύθυνση εκείνης που απαιτεί η παράδοση και η ανακαίνιση της Ορθοδόξου Εκκλησίας; Αυτός θα είναι ο ορθόδοξος μοναχισμός της μετανεωτερικότητας, θα πολλαπλασιάζει την οικονομική δύναμη και θα αδιαφορεί για τα αδύναμα μέλη της Εκκλησίας και μάλιστα των χωρών της Εξωτερικής Ιεραποστολής;

ΗΛΙΑΣ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ
29.11.2008

Ετικέτες

Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2008

Γιατί το όραμα της πλήρους ενώσεως Ρωμαιοκαθολικής και Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι ανεπίτευκτο;

Friday, June 8, 2007

Το ελκυστικό και επιθυμητό όραμα της πλήρους ενώσεως της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας (ΡΚΕ) με την Ορθόδοξη Εκκλησία (ΟΕ) δεν δύναται να θεωρείται εφικτό τον παρόντα αιώνα, τουλάχιστον .Οι λόγοι είναι πολλοί και σαφείς.

Ενδεικτικώς:

1.Μεταξύ του Σχίσματος του 1054 και της 7 Δεκεμβρίου 1965 (ημερομηνία επισήμου άρσεως του Αναθέματος, που επισημοποίησε το Σχίσμα) μεσολάβησε μία χιλιετία (ακριβέστερα 911 έτη, ή 303 γενεές χριστιανών) ενεργητικής εχθρικής ακοινωνησίας .


2.Κατά τα 911 αυτά χρόνια συνέβησαν τεράστιες αλλαγές στην παγκόσμια και την ευρωπαϊκή ιστορία και στη ΡΚΕ,που εδημιούργησαν τεράστιο χάσμα. Στις παλαιές δογματικές διαφορές του Filioque,κ.λπ. που υφίστανται ακόμη, προστέθηκαν νέες. Συγκεκριμένα η ΡΚΕ μετετράπει από αμιγής Εκκλησία σε διφυή , εκκλησιαστική και κρατική οντότητα (Βατικανό και Αγία Έδρα). Ετσι η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει απέναντι της ένα άγνωστο μέγεθος την εποχή της διασπάσεως των σχέσεων. Και δε μπορεί να αγνοεί αυτή την πραγματικότητα, που δρά ταυτοχρόνως ως Εκκλησία και ως κράτος, επειδή τίθεται , αυτομάτως, το ερώτημα περί της ταυτότητος της Εκκλησίας. Τί είναι η Εκκλησία πνευματική ή κρατική οντότητα; Και πώς διατηρεί τη συνέπεια με τη στάση του Ιδρυτού της να αποστασιοποιηθεί από την κοσμική εξουσία (Πειρασμός του Ιησού, ); Ποίον εκ των δύο εξουσιών υπηρετεί, την κοσμική εξουσία ή τη λυτρωτική;

3.Αναπτύχθηκε προγραμματισμένη δράση της ΡΚΕ γιά να απορροφήσει εμπερίστατες τοπικές ΟΕ με το σύστημα της Ουνίας. Ένδεκα έτη (Σύνοδος Λατερανού 1215) μετά την κατάληψη της Κωνσταντινουπόλεως από τους Σταυροφόρους της Τετάρτης Σταυροφορίας (1204) ετέθη σε εφαρμογή η επινόηση της διακρίσεως μεταξύ του λειτουργικού τύπου(ρυθμού) και εκκλησιαστικής διοικήσεως .Και οι Ορθόδοξοι περιθωριοποιήθηκαν ως άλλος, θεμιτός ,λατρευτικός ρυθμός(!), χαρακτηρισθέντες και χαρακτηριζόμενοι οι ενωθέντες με τη ΡΚ. Εκκλησία ως ελληνόρρυθμοι (!).

4.Τους επόμενους αιώνες επεκράτησε εχθρότητα της ΡΚΕ κατά της Ορθοδόξου, που ωδήγησε και σε πλήρη άγνοια της δευτέρας από την πρώτη. Προσφάτως (2006) ομολογήθηκε από την Α.Α. τον Πάπα Βενέδικτο τό 16ο ότι έως τη δεκαετία του 1960 (!):"Η Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν σχεδόν απούσα.Δεν ήταν γνωστή, ήταν πολύ μακρινή γιά μας , μιά πραγματικότητα εντελώς ασαφής μέσα στη ζωή μας". [περιοδ.Ανάπλασις 2006 ].

5.Η ΡΚΕ αυτοδεσμεύτηκε με διαφόρες συνοδικές αποφάσεις,και μάλιστα στη Β΄ Σύνοδο του Βατικανού [ βλέπε τις δογματικές Διατάξεις,Περί Εκκλησίας (1964), Περί Οικουμενισμού, ( ), Για τις Ανατολικές Καθολικές Εκκλησίες ( ), κ.ά.] κατά τρόπο απαγορευτικό γι αυτήν ,και απαράδεκτο για τους Ορθοδόξους.Το γεγονός αυτό δεσμεύει την επάνοδο των σχέσεων τους στην κατάσταση προ του (status quo ante)Σχίσματος, που είναι σύμφωνη με τις ΕΠΤΑ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΕΣ ΣΥΝΟΔΟΥΣ ΤΗΣ ΑΔΙΑΙΡΕΤΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ.

6. Εκδηλώνονται μείζονες, αλλά και ελάσσονες πρωτοβουλίες της ΡΚΕ, που υπονομεύουν το θεολογικό διάλογο. Τελευταία , η διαγραφή από το Παπικό Ημερολόγιο του Τίτλου Πατριάρχης της Δύσεως, με συνέπεια να εξουδετερώνεται εκ των προτέρων το αρχαίο σύστημα της Πενταρχίας των Πατριαρχών ως βάση προωθήσεως της διοικητικής ενότητος .


7.Επί πλέον αναδύεται ο υφιστάμενος διαφορισμός των αντιλήψεων των διαλεγομένων γιά την ποιότητα της ενώσεως. Η ΡΚΕ αντιλαμβάνεται την ένωση ως διοικητική συγχώνευση (merge) κατά την πρακτική των βιομηχανικών κολοσσών, όπου το θέμα των συζητήσεων είναι ο αριθμός των θέσεων στὸ διοικητικό συμβούλιο (bord of directors).

Πρέπει να υπογραμμισθεί ότι η απόρριψη κάθε προσπαθείας προσεγγίσεως δεν ανταποκρίνεται προς τη βούληση του Χριστού . Ο διάλογος της αγάπης και ο θεολογικός διάλογος πρέπει να συνεχισθούν ως διάλογοι αλληλογνωριμίας της διαθέσεως και της σκέψεως . Το δε όραμα της ενώσεως να περιορισθεί σε προσπάθεια οικοδομήσεως εμπράκτων σχέσεων αγάπης και συνεργασίας σε κοινούς στόχους υπέρ της Ανθρωπότητος. Ένας ρεαλιστικός προγραμματισμός θα επιδιώξει τη μεγιστοποίηση των καλών σχέσεων και τη σταδιακή άρση των σοβαρών καταλοίπων της προηγηθείσης χιλιετίας . Παραλλήλως,από την πλευρά των Ορθοδόξων πρέπει να καταρτισθεί ένας λεπτομερής κατάλογος των υφισταμένων διαφορών ουσίας και όχι θεμιτής ποικιλίας, και να τεθεί προς συζήτηση. Οι διαλεγόμενοι οφείλουν να κατανυγούν και να τρομάξουν από τη θέα των επι μέρους πτυχών του χάσματος, ώστε να οδηγηθούν σε αλλαγή νοοτροπίας και στάσεως , δηλαδή σε αλλαγή νοοτροπίας(μετάνοια). Η άρση του αναθέματος δεν κατήργησε, ούτε συγκαλύπτει τις νοσογόνους νοοτροπίες και το χάσμα της ουσιαστικής αποστασιοποίησης των Εκκλησιών.







Posted by elia oikonomou at 8:10 AM

Labels: ΕΝΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ


Sunday, June 3, 2007
Η Θεοτόκος
Αγαπητέ κ. Κ..........,

Το άρθρο σας της 15ης Αυγούστου [σ.σ.εφημ.Καθημερινή]απετέλεσε έκπληξη, επειδή δεν επίστευα ότι ήταν δυνατό παρόμοιο συλλογιστικό επίτευγμα. Και εξηγούμαι. Ο τίτλος του, πρώτον, « Μεταμορφώσεις της Μαρίας απο τη Ναζαρέτ», δεν δικαιώνεται από την ακολουθούσα συλλογιστική. Δεν αναφέρετε κάποιο στοιχείο ή μαρτυρία περί μιάς ή περισσοτέρων (ώστε να δικαιολογείται ο πληθυντικός) μεταμορφώσεων της προσωπικότητός της, καθ’ ημάς δε τους Χριστιανούς, Θεοτόκου. Δεύτερον, αμφισβητείτε την ύπαρξη «τεκμηριωμένων στοιχείων», σωματομετρικών και χαρακτηρολογικών. Αλλά στοιχείο και τεκμήριο βιογραφικό ενός ιστορικού προσώπου συμπίπτουν εννοιολογικώς. Τρίτον. Εφόσον κατά τη διαλεκτική αφετηρία της συλλογιστικής σας δεν υπάρχει «τεκμηριωμένο στοιχείο» περί της προσωπικότητος της μητέρας του Ιησού, από ποιά μορφή και σε ποιά μεταμορφώθηκε ; Και ποιά είναι τα «τεκμηριωμένα στοιχεία» , στα οποία, σύμφωνα με την προτεθείσα, απαίτησή σας στηρίζετε τον ισχυρισμό σας; Τρίτον, πράγματι –και συμφωνώ μαζί σας υπερθεματίζων - η Μαρία ήταν όχι «μάλλον άσημη», αλλά παντελώς άσημη, τότε. Και, όπως σας είναι γνωστό, για τους ασήμους κοινωνικά ανθρώπους δεν διασώζονται πολλές μαρτυρίες. Τέταρτο, δεν είναι ακριβές ότι , καίτοι δεν προήρχετο , όπως και ο Ιησούς ,από τη «λευκή φυλή», «έγινε ο Θεός της λευκής φυλής». Κάποιος θα ηδύνατο να υποθέση ότι η φράση αυτή αναδίδει μία συγκεκαλυμμένη οσμή ρατσισμού. Παρά ταύτα είναι σαφέστατο ότι ο Ιησούς έγινε, ευθύς εξ αρχής, αποδεκτός από λευκούς και μη. Εάν παραλείψω τους πρώτους ,που τον ακολούθησαν, τούς Εβραίους, είναι πασίγνωστη η έκταση της αποδοχής Του από τους Αιγυπτίους κ.ά., οι οποίοι δεν ανήκουν στη λευκή φυλή. Σήμερα δε λατρεύεται από φυλές όλων των χρωμάτων σε περισσότερες χώρες από τις μετέχουσες στον Ο.Η.Ε. Πέμπτο. Επειδή προσφύγατε και στο διαλεκτικώς άσχετο θέμα της εικονογραφήσεως της Θεοτόκου, ποιός σας είπε ότι «απέτυχε παταγωδώς» η εικονογράφηση της μέ χαρακτηριστικά μαύρης;
Μετά από αυτή τη συλλογιστική, καταλήγετε στο, προφανώς, προτεθέντα «δια ταύτα» της εκθέσεως της ιδιωτικής σας, παντελως ατεκμηριώτου, θέσεως σας, υπό το φραστικόν ένδυμα της διερωτήσεως.
Και το μεν δικαίωμα να εκφράζει κάποιος τις προσωπικές του πεποιθήσεις είναι δεδομένον, αλλά χωρίς να προσβάλλει με ιδιάζουσα διαλεκτική βαναυσότητα προπαγανδιστού τις πεποιθήσεις των εκατομμυρίων Ελλήνων, την επίσημη ημέρα απονομής τιμής στη Θεομήτορα, από το Πανελλήνιο. Αυτό, συνοδευόμενο από τους πολιτικούς και πολιτειακούς άρχοντες του, την ετίμησε, σεις δε επιχειρήσατε με την μέθοδο της λεγομένης «δημιουργικής συγγραφής» του Dan Brown (κώδικας ντα Βίτσι) να παρουσιάσετε τη μυθοπλασία ως πραγματικότητα. Ο Dan Brown (βλ. την επίσημη ιστοσελίδα του http://www. danbrown.com ) γράφει ότι το έργο του είναι «νουβέλα» και όχι ιστορία (κατά λέξη, « The Da Vici Code is a novel and therefore a work of fiction»). Σεις προτρέπετε τους αναγνώστες της Καθημερινής, να διερωτηθούν, αν υπάρχει Δημιουργός ή όχι! Χρόνια πολλά και καλλίτερα!
Με τιμή

Posted by elia oikonomou at 7:31 PM

Labels: ΘΕΟΛΟΓΙΑ


Η ανθρώπινη μορφή

Η θετική αποτίμηση της ανθρώπινης μορφής έθεσε τις βάσεις της αρχαιοελληνικής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Το ανθρώπινο σώμα εκτιμήθηκε ως έκφραση της ψυχής (οία η μορφή τοιάδε και η ψυχή). Ως κανόνας τελειότητας ωρίστηκε το συναμφότερο "καλός καγαθός". Η σμίλευση του υγιούς σώματος στηρίχθηκε στα γυμναστήρια.Τα μουσεία είναι γεμάτα από δείγματα.


Η ωραιότητα της μορφής καθιερώθηκε ως ο ελληνικός κανόνας του ανθρωπίνου στην γλυπτική. Ο κανόνας αυτός επεκτάθηκε στο χώρο της σκέψης. Και ο διάλογος αναδείχθηκε σε σμίλη αναζητήσεως του αληθινού. Υποστηρικτικός θεσμός η παιδεία, που χαρακτηρίστηκε "δώρο των θεών" ( ).


Ο Χριστιανισμός ενσωμάτωσε τη σμίλη του ελληνικού πνεύματος στα απαραίτητα παιδευτικά εργαλεία ( προτροπή Ωριγένη ).


Στον ελληνιστικό χώρο η προβολή της μορφής του ανθρώπου έγινε σε βάρος (ετεροβαρής) της έκφράσεως της ψυχής. Αντιθέτως, ο Χριστιανισμός δεν προέβαλε ,αλλά χρησιμοποίησε με την εικονογραφία το σώμα γιά την έκφραση της ψυχής. Ιδιατέρως στην ανατολική χριστιανο-σύνη το ζητούμενο και προβαλλόμενο δεν είναι η ωραιότητα του σώματος, αλλά της ψυχής του ανθρώπου, που αλλοιώνει η θέωση, αλλά και τα μαρτύρια ως σώμα χωρίς "είδος και κάλλος". Στη δυτική χριστιανοσύνη, η καθυστερημένη (14ος αιώνας) αφομοίωση της ελ-ληνικής Τέχνης προέβαλε τη μυική ισχύ του σώματος , ακόμη και σε ουράνιες σκηνές (ροκοκό).


Στην Τέχνη του σύγχρονου δυτικού κόσμου , η ανθρώπινη μορφή διασπάστηκε και διαλύθηκε, με συνέπεια να παρουσιάζεται ο άνθρωπος χωρίς είδος και κάλλος με το κυβισμό και τις άλλες τεχνοτροπίες.

Posted by elia oikonomou at 6:51 PM

Labels: Καλές Τέχνες


Subscribe to: Posts (Atom)

Ο αιώνιος Ύμνος της Αγάπης


Μεταβυζαντινὰ μελίσματα καὶ λυρίσματα βιβλικοῦ λόγου




Κείμενα: Ἠλία Β. Οἰκονόμου ’Aθῆναι 2006


Ὅποιος δὲν ἀγαπᾶ, δὲ γνωρίζει τὸ Θεό, ἐπειδὴ ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη. Ἡ πλέον δυσπρόσιτη ἔννοια, τὸ πλέον ἀσύλληπτο Ὄν, ὁ Θεὸς ἔχει ἕνα εὐχερέστερο γιὰ τὸν ἄνθρωπο τρόπο συλλήψεως, τὸ βίωμα τῆς ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ καὶ συνεκδοχικῶς πρὸς τοὺς ἀνθρώπους, καὶ πρὸς τὸν ἑαυτό μας εἶναι ἔμφυτη, δηλαδὴ ἀδίδακτη, ὅπως ἔγραψε πρὶν ἀπὸ 16 αἰῶνες ὁ Μ.Βασίλειος. Ἀλλὰ τὸ ἔλλειμμα τῆς τριπλῆς ἀγάπης εἶναι τὸ καίριο παθολογικὸ σύμπτωμα τῆς ἐποχῆς μας, ποὺ προσδιορίζεται καὶ ὡς Νεωτερικότητα , ὡς Νέα Ἐποχή, καὶ ὡς Νέα Τάξη Πραγμάτων.
Τὴν ἀπόσβεση τοῦ ἐλλείμματος ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς ἑλληνικῆς κοινωνίας, μιᾶς κοινωνίας, ποὺ θέλει νὰ ἀγαπᾶ καὶ νὰ ἀγαπᾶται, ἐπιχειρεῖ νὰ ὑποβοηθήση τὸ, συμβατικῶς, χαρακτηριζόμενο ὡς «ὁρατόριο», πράγματι δὲ μέλισμα, δηλαδὴ μελωδία, καὶ λύρισμα, δηλαδὴ λυρικὸς λόγος. Ἡ πηγὲς τοῦ ἔργου προέρχονται ἀπὸ τὴν Παλαιὰ καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη, ποὺ εἶναι σεβάσμια κείμενα ἡλικίας 2000 ἕως 3000 ἐτῶν.Τόσο παλαιὸς εἶναι ὁ πόθος καὶ τὸ παναθρώπινο αἴτημα τῆς ἀγάπης.
Ἡ σύγχρονη μορφὴ τοῦ βιβλικοῦ λόγου ἐντάσσεται σὲ τέσσερα αὐτοτελῆ μελίσματα, καὶ κορυφώνεται στὸ πέμπτο.


Τὰ πρῶτα τέσσαρα μελίσματα τοῦ Αἰώνιου Ὕμνου ἀναφέρονται στὴν καθημερινότητα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ὅπως τὴν ἀντιλαμβάνεται καὶ τὴν ἐξυμνεῖ ὁ ἄνθρωπος. Σὲ αὐτὰ ἀπουσιάζει ἡ λέξη ἀγάπη, ἀλλὰ ὑπάρχει τὸ θεϊκὸ γεγονὸς τῆς ἀγάπης. Παρέλκει ἡ χρήση τῆς λέξεως, ἐπειδή, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὴν κορύφωση τοῦ πέμπτου μελίσματος , ἡ φράση «ἀγάπη τοῦ Θεοῦ» εἶναι περιττολογία, ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι ἡ ἀγάπη. Στὸ πέμπτο μέλισμα χρησιμοποιεῖται ἡ λέξη ἀγάπη, ὡς ἀνθρώπινη ποιότητα καὶ ἐκδήλωση .

Στὸ πρῶτο μέλισμα ὑμνεῖται ἡ ἀσύγκριτη πηγὴ τῆς ἀγάπης , ὁ Θεός. Στὸ δεύτερο μέλισμα ἐκφράζεται ἡ εὐχαριστία πρὸς τὸ Θεὸ γιὰ τὴν κατασκευὴ τοῦ κάθε ἀνθρώπου. Στὸ τρίτο μέλισμα ἐξαίρεται ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς. Στὸ τέταρτο μέλισμα ἐξυμνεῖται ἡ ἀναπόφευκτα παροῦσα στὴ ζωή μας ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Στὸ πέμπτο μέλισμα, ποὺ εἶναι τὸ κορυφαῖο, ἐξυμνεῖται ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου στὶς τρεῖς πτυχές της. Ἡ διαλεκτικὴ σχέση ὅλων τῶν δυνατοτήτων τοῦ ἀνθρώπου σὲ σχέση μὲ τὴν ἀγάπη ( τὸ ἄν, τὸ ἀλλὰ ,καὶ τὸ τότε). Ἀντιδιαστέλλεται ὑμνητικὰ ἡ ἀγάπη ἀπὸ τὶς ἀρνητικὲς καὶ ταυτίζεται μὲ τὶς θετικὲς ποιότητες τῆς ζωῆς. Ὑμνεῖται ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου συγκριτικὰ μὲ τὴ γνώση του καὶ τὸ μέλλον της. Καὶ ὁ ὕμνος κορυφώνεται μὲ τὴ συγκριτικὴ ὑπεροχὴ τῆς ἀνθρώπινης ἀγάπης, λόγω τῆς προελεύσεώς ἀπὸ τὴν ἀσύγκριτη πηγὴ , τὸ Θεό.

Ὁ συνθέτης τοῦ πρωτοτύπου καὶ ἰδιαιτέρως ἀπαιτητικοῦ μουσικοῦ μέλους , ἐκγυμναστὴς τῆς χορῳδίας καὶ τῆς παραδοσιακῆς ὀρχήστρας εἶναι ὁ (παλαιὸς φοιτητής μου) Πρωτοπρεσβύτερος π. Χρῆστος Κυριακόπουλος. Προσωπικὰ τὸν εὐχαριστῶ ἐκ μέσης καρδίας, ἐπειδὴ πρῶτον μὲ προεκάλεσε νὰ τοῦ δώσω ἕνα κείμενο γιὰ νὰ τὸ μελοποιήση καὶ δεύτερον, ἐπειδὴ τὸ ἐμελοποίησε, ἀξιοποιώντας τὶς πλούσιες δυνατότητες τῆς βυζαντινῆς καὶ δημοτικῆς μουσικῆς παραδόσεώς μας. Αὐτὴ ἡ παράδοση ἐμπερικλείει, ὅπως εἶναι γνωστό, τὴν ἀρχαιοελληνικὴ μουσικὴ κληρονομιὰ καὶ ἐπιβιώνει, ἐκτὸς τῆς θείας λατρείας τῶν Ὀρθοδόξων, καὶ στὸ παραδοσιακό μας τραγούδι.

Σᾶς παραδίδω (διὰ τῆς χορωδίας καὶ τῶν μουσικῶν ὀργάνων) τὸν αἰώνιον ὕμνο τῆς ἀγάπης ,καὶ ἐσᾶς στὸν Αἰώνιο Ὕμνο τῆς Ἀγάπης, ὡς αἰχμαλώτους του*.


Ἠλίας Β.Οἰκονόμου,
Ὁμότιμος καθηγητὴς τοῦ Ἐθνικοῦ καὶ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν


* Προλόγισμα κατὰτὴν πρώτη δημόσια ἐκτέλεση τοῦ ἔργου, Κηφισιὰ 21. Δεκεμβρίου 2006


***************************** ************************

Ο ΑΙΩΝΙΟΣ ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ<
Μεταβυζαντινὰ μελίσματα καὶ λυρίσματα βιβλικοῦ λόγου


********************************************************



ΤΟ ΜΕΛΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΣΥΓΚΡΙΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ



Κορυφαῖος( ἀπὸ ψηλὸ βῆμα, ἄμβωνα)
Ποιὸς κράτησε στὴν χούφτα του ὅλου τοῦ κόσμου τὰ νερά;

Χορός (εἰσερχόμενος ψάλλει ἀργά)
Κανείς! Κανείς! Ποτέ!

Κορυφαῖος
Ποιὸς μέτρησε τῶν οὐρανῶν τὴν ἔκταση μὲ τὴν παλάμη του;

Χορός
Κανείς! Κανείς ! Ποτέ!

Κορυφαῖος
Ποιὸς ἔπιασε στὰ τρία δάχτυλά του ὅλης τῆς γῆς τὸν κουρνιαχτό;

Χορός
Κανείς! Κανείς ! Ποτέ!

Κορυφαῖος
Ποιὸς ζύγισε σὲ ζυγαριὰ τοὺς λόφους καὶ τὰ βουνὰ τῆς γῆς;

Χορὸς
Κανείς! Κανείς ! Ποτέ!

Κορυφαῖος
Ποιὸς ὥρισε τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ πότε;

Χορός
Κανείς! Κανείς! Ποτέ!


Κορυφαῖος
Ποιὸς Τοὔδωσε γνώσεις καὶ συμβουλές;

Χορός
Κανείς ! Κανείς! Ποτέ!

Κορυφαῖος

Ποιὸς Τὸν δίδαξε δικαιοσύνη καὶ σύνεση;

Χορός
Κανείς! Κανείς! Ποτέ!

Κορυφαῖος(ἀργά,συμπερασματικά)

Ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς σὰν τὴν τελευταία σταγόνα, ποὺ στάζει ἀπ’
τὸ κανάτι τοῦ κρασιοῦ , ἤ σὰν τὸ μόριο τῆς σκόνης, ποὺ δὲν ζυγίζεται.

Χορός
Ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς τίποτε μπροστά Του!

(Παρατεταμένο διάψαλμα ὀργάνων)



ΤΟ ΜΕΛΙΣΜΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΑΠ’ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Κορυφαῖος
«Ἐσὺ ἔφτιαξες ὅλη τὴν ὕπαρξή μου. Μὲ ὕφανες μέσ’ τὴν κοιλιὰ
τῆς μάνας μου».
Χορός
«Σ’εὐχαριστῶ, ποὺ μ’ ἔκανες πλᾶσμα Σου τόσο θαυμαστό!».

Κορυφαῖος
«Μὲ εἶδες τελειωμένο κιόλας, ὅταν ἤμουνα μᾶζα ἀσχημάτιστη ἀκόμα ».
Χορός
«Σ’εὐχαριστῶ, ποὺ μ’ ἔκανες πλᾶσμα Σου τόσο θαυμαστό!».

Κορυφαῖος
«Τὸ σῶμα μου δὲ Σοῦ ἦταν ἀθέατο, ὅταν σχηματιζόμουνα κρυφὰ
κι’ ἀναπτυσσόμουνα στῆς γῆς μάννας μου τὴ μήτρα»’
Χορός
«Σ’εὐχαριστῶ, ποὺ μ’ ἔκανες πλᾶσμα Σου τόσο θαυμαστό!».

Κορυφαῖος
«Καὶ στὸ βιβλίο Σου ὅλες γραμμένες οἱ μέρες μου, ποὺ πρόβλεψες
γιὰ μένα, ἀκόμα πρὶν ὑπάρξουν».
Χορός
«Σ’εὐχαριστῶ, ποὺ μ’ ἔκανες πλᾶσμα Σου τόσο θαυμαστό!».

Κορυφαῖος
«Θεέ μου, πολύτιμες γιὰ μένα οἱ ἄπειρες προθέσεις Σου».
Χορός
«Σ’εὐχαριστῶ, ποὺ μ’ ἔκανες πλᾶσμα Σου τόσο θαυμαστό!».

Κορυφαῖος
«Ἄν τὶς μετροῦσα, ἀπὸ τὴν ἄμμο τῆς θαλάσσης θἆταν περισσότερες».
Χορός
«Ὅλα ὅσα ἔκαμες εἶναι κόσμημα , κι’αὐτὸ καλὰ τὸ ξέρει ἡ ὕπαρξή μου. ».

Κορυφαῖος καὶ χορός
«Σ’εὐχαριστῶ, ποὺ μ’ ἔκανες πλᾶσμα Σου τόσο ζηλευτό!».

(Παρατεταμένο διάψαλμα ὀργάνων).



ΤΟ ΜΕΛΙΣΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ


Κορυφαῖος (γοργά)
Μὲ διερεύνησες καλὰ καὶ μὲ γνωρίζεις, Κύριε!

Χορὸς ( ἀργά )
Καὶ ξέρεις, ποτὲ εἶμαι καθιστὸς καὶ πότε ὄρθιος στέκω.
Ἀπὸ μακρυὰ τὶς διαθέσεις μου γνωρίζεις.

Κορυφαῖος
Καὶ βλέπεις ἄν ἐνεργῶ ἤ ἄπραγος παραμένω. Τὸ κάθε βῆμα μου κατέχεις.

Χορός
Καὶ πρὶν στὴ γλῶσσα μου ἀνέβη ἡ λέξη, τὴ ξέρεις κιόλας!


Κορυφαῖος
Ἀπὸ παντοῦ μὲ περιβάλλει τῆς προστασίας Σου τὸ χέρι.

Χορός (ἀργά)
Ἀξιοθαύμαστο εἶναι πόσο καλὰ μὲ ξέρεις. Ὑπέροχο! Νὰ τὸ συλλάβω ἀδυνατῶ.

(παρατεταμένο διάψαλμα ὀργάνων)





ΤΟ ΜΕΛΙΣΜΑ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΙΚΑ ΠΑΡΟΝΤΟΣ



Κορυφαῖος
Ποῦ μακρυά νὰ πάω ἀπὸ τὸ πνεῦμα Σου!;

Χορός
Καὶ πῶς νὰ ξεφύγω ἀπὸ τὴν παρουσία Σου!;

Κορυφαῖος
Ἄν πετάξω στὸ διάστημα κι’ ἄν περπατῶ στοὺς οὐρανοὺς...

Χορός (παρεμβαίνοντας κοφτά)
Ἐσύ ‘σαι ἐκεῖ!

Κορυφαῖος
Ἄν στρώσω τὸ κλινάρι μου στῆς γῆς τὰ βάθη καὶ τὸν Ἅδη...

Χορός (παρεμβαίνοντας ,κοφτά)
Μπροστά μου εἶσαι πάλι!

Κορυφαῖος
Ἄν ξεδιπλώσω τὰ φτερά μου καὶ πετάξω ’κεῖ , π’ ὁ ἥλιος ξεμυτᾶ,
ἤ ἐκεῖ ποὺ βαπτίζεται στῆς θάλασσας τὴν ἅλμη....

Χορός (παρεμβαίνοντας, κοφτά)
Κι’ ἐκεῖ θὰ μὲ καθοδηγεῖ τὸ χέρι Σου , καὶ θὰ μὲ κρατάει ἡ εὔνοιά Σου.

Κορυφαῖος
Κι’ ἄν πῶ, ἄς μὲ σκεπάσει τὸ σκοτάδι, κι’ἄς γίνει νύχτα γύρω μου
τὸ φῶς...


Χορός (παρεμβαίνοντας, γοργά)
Κι’αὐτὸ δὲ θἆναι γιὰ Σένα σκοτεινό, ἀφοῦ σὰ μέρα καὶ τὴ νύχτα
θά φωτίζεις!

(παρατεταμένο διάψαλμα ὀργάνων )




ΤΟ ΜΕΛΙΣΜΑ ΤΗΣ ΚΟΡΥΦΑΙΑΣ ΑΓΑΠΗΣ


Κορυφαῖος (ἐξαγγελτικά , ἀπ’ ἄμβωνος)
« Ἀκοῦστε εὐσεβεῖς , ἀσεβεῖς καὶ ἀμφιβάλλοντες. Θὰ σᾶς ψάλω σὲ ὕψος καὶ σὲ πλάτος, συγκριτικὰ καὶ χρονικά, τὶς τρεῖς ἀλληλένδετες ἀγάπες τοῦ ἀνθρώπου. Θὰ σᾶς τραγουδήσω τὴν πιὸ μεγάλη ἐντολὴ, ποὺ εἶναι τρεῖς μαζί, σὰν τὴν Ἁγιὰ Τριάδα. Γιὰ τὴν τέλεια ἀγάπη ποὺ ἐκτοπίζει τὸ φόβο ἀπ’ τὶς ψυχές. Γιατὶ ὁ φόβος φωλιάζει ὅπου ὑπάρχει κενὸ ψυχῆς καὶ ἄδειος ἀπὸ ἀγάπη χῶρος».

( παιάνισμα ἐγχόρδων)

Κορυφαῖος ( ἀργά καὶ μεγαλόπρεπα)
«Πρώτη καὶ μεγάλη ἐντολή, «Ν’ ἀγαπᾶς τὸν Κύριο τὸ Θεό σου...»

Χορός (παρεμβαίνοντας ὁρμητικά)
« Μὲ ὅλη τὴν καρδιά σου,
Μέ ὅλη τὴ ψυχή σου,
Μὲ ὅλο σου τὸ νοῦ
καὶ τὴ διάνοιά σου».

Κορυφαῖος
«Ἡ δεύτερη ἰσότιμη μὲ τὴν πρώτη καὶ διπλῆ ...»

Χορὸς (παρεμβαίνοντας)
«Ν’ἀγαπᾶς τὸν πλησίον σου, ὅπως τὸν ἑαυτό σου».


Κορυφαῖος
«Ναί! Καὶ τὸν ἑαυτό σου. Γιὰ νἄχεις τὸ μέτρο γιὰ τὴν ἰσάξια ἀγάπη πρὸς τοὺς ἄλλους».

Χορὸς
«Καὶ τὴν ὑπέρτιμη πρὸς τὸ Θεό σου»
(παιάνισμα ἐγχόρδων)

Κορυφαῖος
Καὶ τώρα, θὰ σᾶς ψάλω τὸ «ΑΝ», τὸ «ΑΛΛΑ» καὶ τὸ «ΤΟΤΕ»
τῆς γνώσης καὶ τῆς ἀγάπης».
(παιάνισμα)


Κορυφαῖος
«ΑΝ μπορῶ νὰ μιλάω ὅλες τὶς γλῶσσες τῶν ἀνθρώπων πάνω στὴ γῆ»,

Χορὸς (παρεμβαίνοντας)
«Καὶ τῶν ἀγγέλων, καὶ τῶν ἀγγέλων».

Κορυφαῖος
« Καὶ χειρίζομαι ἄριστα καὶ τὶς ἠλεκτρονικές...ΑΛΛΑ
( μικρὴ παύση) δὲν ἔχω ἀγάπη γιὰ τοὺς ἄλλους...»

Χορὸς (παρεμβαίνοντας ὁρμητικά)
«ΤΟΤΕ τὰ λόγια μου ἀκούγονται σὰν ἦχος χάλκινου σήμαντρου,
ἤ σὰν κούφιος ἀλαλαγμὸς κυμβάλου».

Κορυφαῖος
«ΚΙ ΑΝ ἔχω χάρισμα προφητικὸ καὶ εἶμαι κάτοχος ὅλων τῶν μυστηρίων,
τῆς γνώσης ,τῆς ἐπιστήμης καὶ ὅλης τῆς τεχνολογίας...»,

Χορὸς (παρεμβαίνοντας ὁρμητικά)
«κι’ ἄν ἀκόμη ἔχω ὅλη τὴν πίστη, καὶ μετακινῶ μὲ αὐτὴ βουνὰ »

Κορυφαῖος( μὲ ἔμφαση καὶ μικρὴ παύση)

«ΑΛΛΑ ...δὲν ἔχω ἀγάπη γιὰ τὸν δίπλα μου γνωστὸ ἤ ἄγνωστο..»

Χορὸς (παρεμβαίνοντας ὁρμητικὰ καὶ ἔντονα)
«ΤΟΤΕ εἶμαι ἕνα τίποτα! Ἕνα μηδενικό! Ναὶ ἕνα μηδενικό!»

(παιάνισμα ἐγχόρδων)

Κορυφαῖος
«ΚΙ ΑΝ σκορπίσω τὰ ὑπάρχοντά μου ὅλα στοὺς φτωχοὺς..»

Χορὸς (παρεμβαίνοντας)
«ΚΙ ΑΝ παραδώσω στὴ φωτιὰ τὸ σῶμα μου γιὰ ὁλοκαύτωμα ...»

Κορυφαῖος ( μὲ ἔμφαση καὶ μικρὴ παύση)
«ΑΛΛΑ... δὲν ἔχω ἀγάπη..»

Χορὸς (παρεμβαίνοντας)
«ΤΟΤΕ , αὐτὸ σὲ τίποτε δὲν μὲ ὠφελεῖ!»
(παιάνισμα ἐγχόρδων)
*
Κορυφαῖος
«Ἀγαπητοί μου ! Τὶ εἶναι καὶ τὶ δὲν εἶναι ἡ ἀγάπη, πρέπει νὰ μάθετε. Ἡ ἀγάπη..»
[Οἱ χοροὶ παρεμβαίνουν, ἀντιφωνικὰ, ἀργὰ καὶ ἔντονα]

Ἀνδρικὸς χορὸς
«Ἡ ἀγάπη ἔχει μακροθυμία»

Γυναικεῖος χορὸς
«Ἡ ἀγάπη ἔχει καλοσύνη»

Ἀνδρικὸς χορὸς
«Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι ζηλόφθονη»

Γυναικεῖος χορὸς
«Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι κομπασμός»,

Ἀνδρικὸς χορὸς
«Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι ὑπερηφάνεια»

Γυναικεῖος χορὸς
«Ἡ ἀγάπη εἶναι εὐπρέπεια»

Ἀνδρικὸς χορὸς
«Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι ἐγωϊσμός»,

Γυναικεῖος χορὸς
«Ἡ ἀγάπη δὲν εἶναι ἐρεθιστικότητα»,


Ἀνδρικὸς χορὸς
« Ἡ ἀγάπη λησμονεῖ τὸ κακὸ ποὺ ἔκαναν»,

Γυναικεῖος χορὸς
«Ἡ ἀγάπη δὲν χαίρεται γιὰ τὸ στραβὸ πού γίνεται»,

Ἀνδρικὸς χορὸς
«Ἡ ἀγάπη συμμετέχει στὴ χαρὰ γιὰ τὸ σωστό».

Γυναικεῖος χορὸς
«Ἡ ἀγάπη ὅλα τ’ ἀνέχεται,»

Ἀνδρικὸς χορὸς
«Ἡ ἀγάπη ὅλους τοὺς ἐμπιστεύεται»

Γυναικεῖος χορὸς
«Ἡ ἀγάπη γιὰ ὅλα ἐλπίζει»,

Ἀνδρικὸς χορὸς
«Ἡ ἀγάπη σ’ὅλα κάνει ὑπομονή » .

Κορυφαῖος
«Ἡ ἀγάπη δὲν θὰ πάψη ποτὲ νὰ ὑπάρχει!»

Κορυφαῖος
«Ἡ γνώση εἶναι προσωρινὴ .Κι’ἄν τὰ μηνύματα τῶν προφητῶν θὰ πάψουν νὰ ὑπάρχουν»,

Χορὸς
«Καὶ ἡ γλωσσολαλιά, ἐπίσης».

Κορυφαῖος
«Κι’ ἄν σταματήση καὶ ἡ γνώση τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ,
ἀφοῦ ἡ γνώση μας, ὅσο καὶ ἡ προφητεία μας
περιορίζονται σὲ μέρος τοῦ μέρους τῆς ἀλήθεια»ς.

Χορὸς
«Ὅμως σὰν ἔρθη τὸ τέλειο, ποὺ περιμένουμε,
τότε τὸ μερικὸ, ποὺ ἔχουμε, θὰ πάψη νὰ ὑπάρχη».
(παιάνισμα ἐγχόρδων)

Κορυφαῖος
«ΤΩΡΑ, βλέπουμε ὅλα τὰ πράγματα θαμπά,
μὲ διαύγεια κατὰ προσέγγιση,
σὰν μέσα ἀπὸ μεταλλικὸ καθρέπτη»,

Χορὸς
«ΤΟΤΕ , θὰ δοῦμε τὸ Θεὸ πρόσωπο μὲ πρόσωπο».
Κορυφαῖος
«ΤΩΡΑ, ἐγὼ καὶ σὺ γνωρίζουμε μέρος μόνο τῆς ἀλήθειας»,
Χορὸς
«ΤΟΤΕ, θὰ γνωρίσουμε, ἐγὼ καὶ σὺ ὅλα μὲ πληρότητα,
ὅπως μᾶς γνωρίζει ὁ Θεός!»
(παιάνισμα ἐγχόρδων

*
Κορυφαῖος
«Φίλοι μου! Τρία εἶναι, ἀπ’ ὅλα ποὺ ὑπάρχουν στὴ ζωὴ, καὶ κορυφαῖα καὶ ἀνώλεθρα.
Καὶ θὰ μείνουν γιὰ πάντα στὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος»,

Χορὸς (ἀργὰ καὶ μὲ ἔμφαση)
« Η ΠΙΣΤΗ ! Η ΕΛΠΙΔΑ ! Η ΑΓΑΠΗ !».

Κορυφαῖος
«Ναί, (μικρὴ παύση) ἀλλὰ τὸ μεγαλύτερο κι’ ἀπὸ τὰ τρία εἶναι..»

Ἀνδρικὸς χορὸς
(παρεμβαίνοντας μὲ ἔνταση στιχηραρικά καὶ πανηγυρικά)
«Η ΑΓΑΠΗ!

Γυναικεῖος χορὀς
Η ΑΓΑΠΗ!

Ὁ χορὸς
Η ΑΓΑΠΗ !»

Κορυφαῖος
«Ἕως ἐκεῖ, ποὺ δὲν ὑπάρχει τέλος! Ἕως τὴν αἰωνιότητα!
Γιατὶ ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη! Ναί, ἀγάπη εἶναι ὁ Θεός!»

Ὁ χορὸς
«Ναἰ, ἀγάπη εἶναι ὁ Θεός!»
(παιάνισμα ἐγχόρδων)

Κορυφαῖος καὶ χορὸς
«Κι’ὅποιος μένει στὴν ἀγάπη μένει στὸ Θεό. Κι’ ὁ Θεὸς σ’αὐτόν».
(παιάνισμα παρατεταμένο)



****
Πηγὲς ἐμπνεύσεως
Ἠσαϊου 40,18-15 ,Ψαλμὸς 138,7-15 , Μaτθαίου 22,37-40, Α΄ Κορινθίους κ.13, Ἰωάννου 4,16.

Τελευταία ἐξεργασία 10/2/2007

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2008

Προκαταρκτικά ερωτήματα Βιοηθικής

Η επομένη εισήγηση έγινε στα πλαίσια εκδηλώσεως, που ωργανώθηκε από το ΣΩΜΑ ΟΜΟΤΙΜΩΝ ΚΑΘΗΓΗΤΩΝ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ την 20 Οκτωβρίου 2008 με θέμα: Βιοηθικά διλήμματα.

Ø Η Βιοηθική έχει ως σκοπό την αξιολόγηση της ηθικής ποιότητος των επιστημονικών ερευνών και των πρακτικών (χειρουργικών, φαρμακευτικών ) κ.ά επεμβάσεων στον ανθρώπινο οργανισμό.δηλαδή στο ανθρώπινο σώμα. Είναι ασχολία ηθικού προβληματισμού προς διατύπωση κοινωνικών, επιστημονικών και επαγγελματικών αρχών και όρων της επεμβατικής συμπεριφοράς.

Ø Αλλά εγείρεται ένα ή μάλλον δύο πελωρίας σημασίας και σπουδαότητας ερωτήματα: Το πρώτο , ποιό είναι το σώμα του ανθρώπου και το δεύτερο, τί είναι το σώμα του ;

Ø Επί του πρώτου ερωτήματος, υπάρχει και επερώτηση: Έχει ο άνθρωπος, και μάλιστα ο σημερινός, συνείδηση τι είναι το σώμα του λειτουργικά και όχι ανατομικά, δηλαδή ως σάρκα και όχι ως κρέας, ως λειτουργία και όχι ως πτώμα;

Ø Λαμβάνοντας το ανθρώπινο σώμα ως σάρκα , φρονούμε -και αυτό είναι μία ευρύτατα διαδεδομένη πλάνη της γνώσεως και της συνειδήσεως- ότι αυτό, δηλ. το σώμα έχει αυτοτελή ύπαρξη και αυτόνομη λειτουργία.

Ø Η πλάνη της συνειδήσεως οφείλεται στην υποβάθμιση και σχετικοποίηση της απολύτου εξαρτήσεως του ανθρωπίνου οργανισμού από το φυσικό περιβάλλον. Ο άνθρωπος εξαρτάται από αυτό, κατά πλήρη αναλογία προς τη ενδομήτρια περίοδο της ζωής του ανθρώπου . Το φυσικό περιβάλλον είναι τρόπον τινα ο παγκόσμιος αμνιακός σάκκος , εντός του οποίου διαβιώνει υποχρεωτικά ο άνθρωπος . Αν καταστραφεί αυτός ο "σάκκος" καταστρέφεται μαζί του και ο κυοφορούμενος άνθρωπος. Τούτο σημαίνει ότι η Βιοηθική συνάπτεται ακατάλυτα με την Οικοηθική, δηλαδή την ηθική έναντι του περιβάλλοντος. Και αμφότερα με τη Θεολογία, αφού η Θεολογία μίλησε εμφαντικώς για τη σχέση ζωής και φθοράς σώματος και ψυχής του ανθρώπου., ως θείου βουλήματος.

Ø Επί του δευτέρου ερωτήματος, η Ορθόδοξη Θεολογία έχει ως πάγια θέση ότι
ο άνθρωπος είναι θεοδημιούργητος/ θεόπλαστος*και συγκροτείται από εύθραυστο "πηλό" και άφθαρτο "πνεύμα Θεού", σύμφωνα με τη βιβλική ορολογία.
• Η έννοια του "πηλού" μεταφερομένη στη σημερινή στάθμη γνώσεως της φύσεως ισοδυναμεί με τον επιστημονικό όρο χημικά στοιχεία. Συνεπώς ο άνθρωπος είναι, κατά τη Χριστιανική Ανθρωπολογία, σύνθεση χημικών στοιχείων και θεϊκού πνεύματος. Αν εδώ δυνάμεθα να αναζητήσουμε κάποια αναλογία προς τη μοριακή Βιολογία, είναι προς έρευνα.

• Στον ανθρώπινο οργανισμό ενυπάρχει το πνεύμα του Θεού ( "Ουκ οίδατε ότι ναός Θεού εστε και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν . ", Α΄ Κορινθίους 3,16 ).Και όταν φθείρεται υπαιτιότητι του ανθρώπου το σώμα, φθείρεται, σύμφωνα με βούλημα του Θεού και ο άνθρωπος ( "ει δε τις τον ναόν του Θεού, φθείρει, φθερεί τούτον ο Θεός.. ", Α Κορινθίους 3,17 ), Αίρεται δηλαδή το συντηρούν τη ζωή πνεύμα, επειδή το πνεύμα του Θεού είναι αυτό που συντηρεί και κινεί το σώμα.

Ø Το σώμα, όπως και το φυσικό περιβάλλον, έγιναν προφανέστατα ερήμην της βουλήσεως του ανθρώπου . Αλλά οι σχέσεις συντηρήσεως και αναπτύξεως του ανθρωπίνου σώματος και συντηρήσεως του φυσικού τροφοδοτικού περιβάλλοντος ρυθμίζονται από τον άνθρωπο , για το λόγο αυτό απαιτείται η σύμπραξή του.

Ø Στο πλαίσιο της συμπράξεως του ανθρώπου στη διατήρηση και ανάπτυξή του, αλλά και για την αντιμετώπιση ιδιαιτέρως οξέων προβλημάτων αναπτύχθηκε η έρευνα, η επιστήμη,και η επεμβατική στον άνθρωπο δραστηριότητα (ιατρική κ. τ. ό.).

• Η έρευνα δε δύναται να απαγορευθεί ,όταν αναζητείται η αλήθεια.Η Ορθόδοξη θεολογία επέτρεψε και προέτρεψε ακόμη και την έρευνα του είναι(δε λέω υπάρξεως, επειδή ενέχει το λογικό πρόβλημα της λήψεως του ζητουμένου) του Θεού! Σύμφωνα με τη διατύπωση του Μ.Βασιλείου η αναζήτηση του Θεού οφείλεται στο δικαίωμα του ανθρώπου νὰ ερωτά, "ἐπειδή έδωκεν ημίν ο λόγος εξουσίαν του επερωτάν("Όροι κατά πλάτος Α.ΒΕΠΕΣ 53,147).

Ø Εδώ ανακύπτει το ερώτημα-πρόβλημα:
Έως πού φθάνει το επεμβατικό "δικαίωμα" του ανθρώπου στη δομή και λειτουργία του ανθρώπινου οργανισμού; Και πώς πρέπει να ασκείται τούτο;

Ø Δεδομένου τα ερωτήματα είναι καινούργια, δεν δυνάμεθα να αναζητήσουμε έτοιμες ad hoc και expressis verbis απαντήσεις στην Αγία Γραφή ή /και στην Ιερά Παράδοση του Χριστιανισμού. Δυνάμεθα όμως - και τούτο είναι θεολογικώς θεμιτό- και θα αποτολμήσω να διατυπώσω κάποιες θεολογικές αρχές και κάποια παραδείγματα.

• Η επεμβατική λ.χ. δράση του ανθρώπου στο ανθρώπινο σώμα και μάλιστα η μεταμόσχευση έχει ένα βιβλικό αρχέτυπο παράδειγμα, τη δημιουργία της Εύας.

• Στη στάθμη των αρχών, πρέπει να σκεφθούμε πως ο άνθρωπος ορίζεται ως κατασκευασθείς " κατ' εικόνα και ομοίωση του Θεού". Η διατύπωση αυτή σημαίνει ότι έχει εκ κατασκευής, δηλαδή δυνάμει, δυνατότητες θεϊκής αναλογίας. Ειδικώς το "καθ ομοίωσιν" εμπεριέχει την εξελικτική δυνατότητα του εν δυνάμει δια της συνεχούς τελειοποιήσεως.Και βεβαίως νοείται η ηθική και πνευματική τελείωση του ανθρώπου. Αλλά η πνευματική και ηθική εξέλιξη εκφράζεται διά πράξεων και ενεργειών προς τη Φύση , την κοινωνία και προς τον ίδιο τον άνθρωπο.

• Η διατήρηση της ζωής παραμένει ως απόλυτη αρχή και ως μη ηθική κάθε μορφή αφαιρέσεώς της (αυτοκτονία, ευθανασία , διακοπή κυήσεως κ.τ.ό.).

• Το κατ εικόνα και καθ ομοίωση αποτελεί τον απολύτως απαράβατο όρο προσδιορισμού των ρυθμιστικών κανόνων της Βιοηθικής. Οποιαδήποτε δραστηριότητα ή ενέργεια, η οποία παραβιάζει την δυνάμει θεότροπο ιδιαιτερότητα του ανθρώπου, δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτή.

• Στο σημείο αυτό θα ήταν δυνατόν να λεχθούν πολλά. Μία σύγχρονη φράση και ένας παλαιότερος χαρακτηρισμός, φρονώ ότι επαρκούν. Η φράση είναι "η ανθρώπινη αξιοπρέπεια", δηλαδή παν ότι γίνεται πρέπει να μη συγκρούεται προς τη προαναφερθείσα ιδιαιτερότητα της συγκροτήσεως και του προορισμού του ανθρώπου. Ο χαρακτηρισμός είναι του 9ου αιώνος και προέρχεται από τον Μέγα πατριάρχη Φώτιο, ο οποίος λέγει ότι ο άνθρωπος είναι "αξίωμα". Προσοχή, όχι ότι έχει αξία, ή είναι αξία, αλλά είναι αξίωμα. Ο όρος είναι πολυσήμαντος , αλλά απηλλαγμένος από την οικονομική πτυχή και εντεταγμένος στην ηθική και εξουσιαστική τάξη των πραγμάτων.

• Μία πρακτική συνέπεια των ανωτέρω είναι ο αποκλεισμός της οικονομικής εξαργυρώσεως της ιατρικής αποστολής. Υπενθυμίζω ότι η Εκκλησία ανήγαγε σε ποιότητα αγιότητος τους ιατρούς, οι οποίοι προσέφεραν άνευ αμοιβής τις υπηρεσίες τους και τους υμνεί, ως εξής: "Άγιοι ανάργυροι και αυματουργοί… ".

Ø Στον τομέα της ιατρικής πρακτικής ο Μ.Βασίλειος διετύπωσε την τομή ότι οι ασθένειες οφείλονται είτε στην ύπαρξη στο σώμα κάποιου περιττού ή στην έλλειψη κάποιου αναγκαίου. Και κατά συνέπεια η θεραπεία πρέπει να γίνει είτε με αφαίρεση του περιττού ή με προσθήκη το ελλείποντος.

Ø Με μία διασταλτική κατανόηση, δυνάμεθα να θεωρήσουμε ως θεμιτό τη μεταφορά υγιών κυττάρων κ.λπ. Στον άνθρωπο.Βέβαια υπάρχουν πολλά επί μέρους θέματα, τα οποία θα είδωμεν.

Ø Η Ορθόδοξη Θεολογία εν όψει της συγκροτήσεως του ανθρώπου είναι ανοικτή σε ένα διάλογο με τη Βιολογία, παραμένουσα αμετακίνητη στο πλαίσιο των δεδομένων αρχών.

Ετικέτες

Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008

Η Σύναξη των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών

Από 10 ἐως 12 Οκτωβρίου 2008 πραγματοποιήθηκε στην έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου (Κωνσταντινούπολη, Τουρκία) η Πέμπτη Σύναξη των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών.Έχουν προηγηθεί άλλες τρεις,το 1992 (στην Κων/πολη),το 1995 (στην Πάτμο) και το 2000(στο Φανάρι και στα Ιεροσόλυμα).

Η παρούσα σύναξη δημοσίευσε δύο κείμενα, την Εισήγηση του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.Βαρθολομαίου (10/10/2008) και το Μήνυμα των Προκαθημένων των Ορθοδόξων Εκκλησιών (11/10/2008).

Το πρώτο, που εκφράζει το Πατριαρχείο και τον Πατριάρχη, αξιολογούμενο από την Οπτική της ανεξαρτήτου από σκοπιμότητες και δοξολογικές αναλύσεις Ορθοδόξου Θεολογίας, περιλαμβάνει ελάχιστα νέα θέματα , ακαδημαϊκού μάλλον προβληματισμού, παρά στοχευμένης εκκλησιαστικής δράσεως, η οποία παραμένει προς το παρόν ζητούμενο ,δεδομένου ότι τίθενται expressis verbis ζητήματα ενότητος και συντονισμένης οικουμενικής παρουσίας και μαρτυρίας.

Οι δηλούμενες προθέσεις και προτάσεις συμπληρώνονται από τις άδηλες, δηλαδή τα "τα σεσιωπημένα" και μέσω των γραμμών διαγινωσκόμενες βαρυσήμαντες, ίσως δε και εκρηκτικής δυναμικής, μερικές από αυτές.

Οι εισαγωγικές θέσεις της πατριαρχικής αναλύσεως της καταστάσεως της Ορθοδόξου Εκκλησίας περιλαμβάνουν τα εξής σημαντικότατα:

α/
β/
γ/

Η διδακτικού χαρακτήρος ανάλυση ολοκληρώνεται με την πατριαρχική πρόσκληση-παράκληση να εγκριθούν από τις κατά τόπους συνόδους των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών τα πέντε επόμενα θέματα:

Α) Η προώθηση και ολοκλήρωση της προετοιμασίας της Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Β) Η ενεργοποίηση της συμφωνίας του έτους 1993 για το θέμα της Ορθοδόξου Διασποράς.

Γ) Η ενίσχυση των θεολογικών δυνάμεων στους διεξαγομένους διαλόγους με τους μη Ορθοδόξους.

Δ) Η διακήρυξη του ζωηρού Ορθοδόξου ενδιαφέροντος για την προστασία του Φυσικού περιβάλλοντος.

Ε) Η σύσταση Διορθοδόξου Επιτροπής για τη μελέτη των ζητημάτων της Βιοηθικής.
Τελικώς εσημείωσε ότι ο κατάλογος των θεμάτων είναι ανοικτός και για αλλα θέματα, τα οποία θα ηδύναντο να προταθούν.

Το δεύτερο κείμενο-μήνυμα, υπογραφόμενο από τους 14 προκαθημένους ή τους εξουσιοδοτημένους εκπροσώπους τους ,περιλαμβάνει 13 σημεία.

Το μήνυμα, πέρα των διακηρύξεων και τοποθετήσεων, επικεκντρώθηκε στα ακόλουθα συγκεκριμένα θέματα:

Α) Στην υποστήριξη της πιστής τηρήσεως «του κανονικού συστήματος διακυβερνήσεως της Εκκλησίας».

Β) Στην «ταχείαν θεραπείαν πάσης κανονικής ανωμαλίας...επί τω τέλει της υπερβάσεως πάσης τυχόν ξένης προς την ορθόδοξον εκκλησιολογίαν επιρροής». Σε χαιρετισμὀ της προτεινομένης συνεχίσεως της προετοιμασίας της Μεγάλης Συνόδου.

Γ) Στην έκφρααση της επιθυμίας συνεχίσεως των θεολογικών διαλόγων με τους άλλους χριστιανούς , μετά του Ιουδαϊσμού και του Ισλάμ.

Δ)Στην υποστήριξη της πατριαρχικής πρωτοβουλίας για το Φυσικό Περιβάλον.

Ε) Στην απόφαση αναλήψεως των αναγκαίων ενεργειών για τη σύσταση Διορθοδόξου Επιτροπής για τη μελέτη των θεμάτων της Βιοηθικής.

Η σύναξη, παρά τη δυνατότητα προσθήκης θέματος στην ατζέντα, δεν έθεσε το θέμα του συγχρόνου Μοναχισμού με αφορμή τα επίκαιρα , τότε,γεγονότα της Ι.Μ. Βατοπεδίου. Η αποσιώπηση, αυτή περιώρισε σημαντικά , αν δεν επεσκίασε αρνητικά τη δημοσιότητα και την πρόσληψη του έργου της συνάξεως και τελικώς υποβάθμισε το γεγονός της Συνάξεως και του Πανορθοδόξου μηνύματος . Αυτή υπήρξε η πρώτη, αλλά όχι και η μόνη κοινωνική συνέπεια των τεραστίων εκκλησιαστικών και θεολογικών ερωτημάτων, που έμειναν αναπάντητα.

Ετικέτες